Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

"Συγγνώμη, μαμά..." της Σταυρούλας Δάμπαλη

Σου το έχω πει άπειρες φορές και επιμένεις κάθε πρωί μόλις φεύγω για δουλειά να ανοίγεις τα παντζούρια! Με ενοχλεί το φως, πότε θα το καταλάβεις;! Δεν μ’ αρέσει! Το μισώ! Μισώ τις ακτίνες του ήλιου! Μισώ την ζεστή αύρα που γεμίζουν το δωμάτιο! Θέλω σκοτάδι… σκοτάδι και κρύο...


Ήρεμος είμαι! Και σταμάτα επιτέλους μια ζωή να με κατηγορείς διαρκώς πως έχω νεύρα!

Εγώ συγγνώμη… παραφέρθηκα… για μία ακόμη φορά παραφέρθηκα… Ξέρεις κάτι; Έχεις δίκιο… σήμερα είχα νεύρα… πολλά νευρά… ήταν μια δύσκολη μέρα στην δουλειά… Όχι, όχι δεν ξεκίνησε στραβά ή μέρα ίσα-ίσα… όλα ήταν τόσο ήσυχα… τόσο ήρεμα… είχα κλείσει όπως κάθε μέρα τα παντζούρια, και είχα χωθεί μέσα στα χαρτιά και τις υποθέσεις που έπρεπε να διεκπεραιώσω… Είχα βάλει πρόγραμμα… μέχρι τη 13:00 θα τα είχα τελειώσει όλα και μετά θα ερχόμουν να σε πάρω να πάμε βόλτα στο αγαπημένο σου πάρκο…

Ναι το ξέρω, μαμά, ότι έχει ήλιο σήμερα αλλά θα έβαζα γυαλιά ηλίου και καπέλο… Είναι τα γενέθλιά σου σήμερα και το να σε πάω βόλτα ήταν το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω για να σου φτιάξω λίγο το κέφι.

Όχι μη! Μη μ’ ευχαριστείς! Δεν το έκανα…

Η σκέψη, μαμά, απέχει πολύ από τις πράξεις… κι εσύ τότε που…

Εντάξει δε το λέω… κι εσύ τότε σκέφτηκες να μου το πεις… αλλά δε μου το ‘πες…

Ναι, το ξέρω… ποτέ δεν αμφισβήτησα πως ήθελες το καλό μου, ούτε ότι μ’ αγαπάς… το ξέρω…

Όχι, όχι, όχι μη μ’ ακουμπάς!

Τι πήγε στραβά…; Μου έφεραν να αρχειοθετήσω σήμερα… εφημερίδες… Εφημερίδες! Τους το έχω πει, τους έχω ενημερώσει πως δεν μπορώ να βλέπω εφημερίδες! Δε θέλω καν να ακούω την λέξη «εφημερίδες»! Κι αυτοί μου τις έφεραν! Ή μάλλον… όχι αυτοί… αυτός!
Ναι το ξέρω μαμά πως δεν ξέρει το θέμα μου μ’ αυτά τα ηλίθια χαρτιά! Αλλά αυτό δεν τον δικαιολογεί! Ο καταραμένος διευθυντής που σε κάθε ευκαιρία προσπαθεί να με βγάλει εκτός εαυτού!

Τι λες τώρα; Όχι! Δε θα το ξεπεράσω ποτέ! Δε θέλω να το ξεπεράσω! Αυτή τον σκότωσε! Αυτή! Αυτή! Αυτή!
Μια εφημερίδα σκότωσε τον πατέρα μου…

Εγώ από κει το ‘μαθα… Από μια εφημερίδα… Άρα αυτή τον σκότωσε! Πληγώθηκα… Πληγώθηκα πολύ τότε και το ξέρεις…

Ατύχημα; Ατύχημα; Ήμουν μόλις έξι χρονών, μαμά! Έξι χρονών! Καταλαβαίνεις; Δεν ήθελα να τον χάσω! Δεν μπορούσα να τον χάσω! Ήταν άδικο! Ο μπαμπάς ήταν τόσο νέος, τόσο… ζωντανός…
Που πας; Μη φεύγεις…
Γιατί μου το κάνεις αυτό; Πάντα όταν αναφέρομαι σ’ αυτόν φεύγεις χωρίς να πεις κουβέντα! Γιατί;
Αλλά τι ρωτάω… πάντα έτσι ήσουνα… πάντα στα δύσκολά έφευγες! Πάντα συμπεριφερόσουν σαν να μην υπήρχαν ποτέ! Η ευκολία σου… Να ζεις με ψευδαισθήσεις πως όλα μπορείς να τα ελέγχεις και να είναι όλα καλά! Ε, λοιπόν όχι! Δεν είναι όλα καλά! Ούτε ήταν τότε, ούτε είναι τώρα!

Συγγνώμη που σου μίλησα έτσι… Δε το ήθελα… απλά να… κάποιες φορές δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου… τα λόγια μου… τις πράξεις μου…

Ναι… το ‘χεις ζήσει στο πετσί σου…
Α, ρε μάνα σ’ έδιωξα πολύ νωρίς από κοντά μου… Μακάρι, έστω και για μια στιγμή, να γυρνούσα το χρόνο πίσω… μακάρι να ήμουν πιο ψύχραιμος… Αλλά ήμουν μικρός, μαμά… κι εσύ τόσο ψεύτρα στα μάτια μου…

Το ξέρω πως δεν είναι έτσι, ναι, τώρα μπορώ να το καταλάβω… τότε όμως όχι… Και δεν ήθελα να σε σκοτώσω, αλήθεια δε το ‘θελα… Με πιστεύεις;
Πες μου με πιστεύεις;

Σ’ ευχαριστώ… όχι πως τώρα νιώθω καλύτερα για την πράξη μου αλλά τουλάχιστον είναι ένας καθησυχασμός ότι δεν μου κρατάς κακία… Άλλωστε… ατύχημα ήταν, το ξέρεις…

Εκνευρίστηκα που μου έκρυψες το θάνατο του μπαμπά και το να σε χτυπήσω ήταν καθαρά μια αντανακλαστική κίνηση!
Αλήθεια… δε μου ‘πες ποτέ… το αγέννητο αδερφάκι μου τι ήταν αγόρι ή κορίτσι;

Κορίτσι, ε;
Αν γεννιόταν θα σου έμοιαζε, είμαι σίγουρος… Θα είχε το χαμόγελό σου… Κι εγώ θα την πρόσεχα… θα ήμουν ο μεγάλος αδερφός… θα την φρόντιζα… θα την αγαπούσα…

Φυσικά και θα την αγαπούσα, μαμά! Κι εσένα σ’ αγαπώ… Και μου λείπεις… Μου λείπεις πολύ! Στ’ ορκίζομαι, θα το λέω μέχρι να πεθάνω, μαμά… μέχρι να πεθάνω… Μου λείπεις! Μου λείπεις! Μου λείπεις!




Συγγραφέας: Σταυρούλα Δάμπαλη - φοιτήτρια Tabula Rasa


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου