Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2023

"Λύπεις" της Μαίρης Παπαδοπούλου

Παστίτσιο. Τρώω το αγαπημένο σου φαγητό μόνη μου, σε ένα τεράστιο τραπέζι που χωράει
πολλούς. Έχω στρώσει το αγαπημένο σου τραπεζομάντηλο, έχω βγάλει το αγαπημένο σου σερβίτσιο. Έχω βάλει την αγαπημένη σου μουσική υπόκρουση - το Φθινόπωρο του Βιβάλντι - έχω χαμηλώσει τα φώτα-όπως σου άρεσε πάντα-. Φοράω το φόρεμα που μου αγόρασες στην 10η  επέτειο γάμου μας. Ναι, μου άρεσε πάρα πολύ, αν και ποτέ δεν στο είπα για να μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα - το ένα και μοναδικό ρούχο από αυτά που μου αγόρασες που όντως μου άρεσε! - Ακόμα μου μπαίνει! Γιορτάζω την 30η επέτειο γάμου μας σαν να ήσουν ακόμα εδώ, μαζί μου.

Ο γιός μας δεν ήρθε. Λείπει σε ταξίδι στην Αγγλία. Συνέχεια φεύγει αυτό το παιδί, από κάτι προσπαθεί συνεχώς να ξεφύγει σαν να τον κυνηγάνε. Ακόμα κι όταν είναι εδώ, πάλι λείπει. Όσο ήσουν εδώ, ερχόταν τουλάχιστον τις Κυριακές για φαγητό. Μιλάγαμε λίγο. Μαλώναμε λίγο. Γελάγαμε λίγο. Όλα από λίγο αλλά το λίγο του τότε είναι καλύτερο από το τίποτα του σήμερα. Αχ, με πονάει το δεξί μου πόδι πάλι. Μουδιάζει ξαφνικά εκεί που κάθομαι και δεν μπορώ να κουνηθώ… 

Η κόρη μας ήταν να έρθει, αλλά τελικά δεν ήρθε. Χώρισε οριστικά λέει και ήθελε να μείνει μόνη της. Τους ξέρεις τώρα τους χωρισμούς της. Αρχίζουν Δευτέρα και τελειώνουν Παρασκευή. Όλο μεγάλα λόγια αυτό το κορίτσι, όλο υποσχέσεις που ποτέ δεν τηρεί. Σου μοιάζει. Κι εσύ με ένα πάντα και ένα ποτέ σε κάθε σου πρόταση. «Πάντα θα είμαστε μαζί. Ποτέ δεν θα χωρίσουμε». Και όμως και έφυγες και χωρίσαμε. Ξαφνικά, εκείνο το βράδυ του Φλεβάρη, έφυγες από κοντά μου χωρίς να με ρωτήσεις, χωρίς καν να μου το ανακοινώσεις. Είχα βάλει τα κρύα πόδια μου να μου τα ζεστάνεις, όπως πάντα έκανα τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Και ξαφνικά τα ένιωσα πιο κρύα κι από τα δικά μου. Μετά τα χέρια σου, το μέτωπό σου, όλα σου παγωμένα. Έφυγες κρυφά, έφυγες μπαμπέσικα. Δειλέ! Με πονάει ακόμα το δεξί μου πόδι, ακόμα μουδιασμένο είναι… Δεν μπορώ να κουνηθώ.

Ήθελα να βγω έξω να κόψω δυο τριαντάφυλλα, να βάλω από ένα δίπλα στα πιάτα μας. Όπως έκανες πάντα εσύ. Η τριανταφυλλιά μας όμως γέρασε απότομα. Μικρά και αδύναμα τα μπουμπούκια της, σχεδόν μαραίνονται με το που ανοίγουν. Μαράζωσε κι αυτή από το χαμό σου. Θέλει το δικό σου άγγιγμα, το δικό σου χάδι. Εγώ δεν της κάνω… Με πονάει ακόμα το δεξί μου πόδι… Εσύ θα μου έλεγες να πάω στο γιατρό. Δεν θα πάω στο γιατρό. Δεν θα με σώσει κανένας γιατρός. Κι εσύ γιατρός ήσουν και δεν μπόρεσες να σώσεις τον εαυτό σου.

Βγάζω το φόρεμα και βάζω τις πιτζάμες σου τις γκρι. Τόσες φορές τις έπλυνα, ακόμα έχουν τη μυρωδιά σου. Μόνο η μυρωδιά σου με γαληνεύει. Πιάνω από το σύνθετο το τελευταίο βιβλίο που διάβασες. Το ανοίγω, χαϊδεύω τις σελίδες που ακούμπησες, βλέπω τα σημεία που υπογράμμισες, διαβάζω τις σημειώσεις σου στα αριστερά και στα δεξιά. Ψάχνω για τα δικά σου σημάδια παντού. Έτσι μόνο γαληνεύω, έτσι μόνο μπορώ να κοιμηθώ. Θα έρθεις απόψε στο όνειρό μου ή θα έχεις πάλι κάτι καλύτερο να κάνεις? 

Λύπης... Μου λύπεις.

 

Συγγραφέας: Μαίρη Παπαδοπούλου - Σπουδάστρια Tabula Rasa

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου