Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

“Μια Χριστουγεννιάτικη εξαφάνιση…” της Νίκης Τσιάκαλου



Χριστούγεννα, η πιο όμορφη στιγμή μικρών και μεγάλων, αλλά πιο πολύ των μικρών που περιμένουν να πάρουν τα δώρα τους από τον Άη Βασίλη. Έτσι και μικρός Άρης περίμενε με ανυπομονησία και χαρά το δικό του δώρο. Ποιο θα ήταν όμως αυτό; Ανησυχούσε μήπως πάρει κάτι που δεν του άρεσε. Τότε ο δεκάχρονος Άρης έγραψε ένα γράμμα στον Άι Βασίλη που του ζητούσε τι λαχταρούσε και το κρέμασε στο δέντρο με την βοήθεια της μαμάς του σαν να είναι κάποιο στολίδι σαν όλα τ’ άλλα. 

Ξημέρωσε παραμονή Χριστουγέννων και όλες οι οικογένειες ετοιμάζονταν για το βραδινό τους τραπέζι που θα έκαναν σε συγγενείς και φίλους. Ο Άρης τότε θυμήθηκε ότι εκείνο το βράδυ ο Άγιος Βασίλης θα άφηνε το δώρο του κάτω απ’ το δέντρο. Έτρεξε όλος χαρά προς το δέντρο και προς απογοήτευση του διαπίστωσε ότι το γράμμα δεν ήταν πάνω στο δέντρο. Κοίταξε γύρω-γύρω να δει μήπως βρισκόταν σε κάποιο άλλο σημείο. Πουθενά δεν υπήρχε. Εκείνη την στιγμή σκέφτηκε να ανακαλύψει μόνος του τι απέγινε το γράμμα. Πήγε στο δωμάτιο του, άνοιξε ένα παιχνίδι μυστηρίου-ντετέκτιβ που του είχε πάρει ο νονός του. Φόρεσε το ημίψηλο καπέλο του, την καμπαρτίνα του και έναν μεγεθυντικό φακό απαραίτητο αξεσουάρ για την έρευνα του. Κοίταξε πολύ προσεκτικά το δέντρο με τον φακό του για οτιδήποτε ασυνήθιστο, ώσπου κάποια στιγμή εντόπισε σ’ ένα κλαδί ένα πιαστράκι που κρεμόταν μόνο του με λίγο σκισμένο χαρτί. «Α χα!» έκανε ο μικρός Άρης. «Κάποιος πήρε το γράμμα, αλλά ποιος;» ρώτησε φωναχτά. Δευτερόλεπτα αργότερα πήρε ένα χαρτί και μολύβι και πήγε να ρωτήσει την γιαγιά του που βρίσκονταν στο σπίτι.
«Γιαγιά;» ρώτησε.
«Τι είναι παιδί μου;»
«Πήγες προς το δέντρο να καθαρίσεις σήμερα;»
«Όχι παιδάκι μου δεν πήγα ακόμη, γιατί ρωτάς;» Ο Άρης πήγαινε πέρα δώθε νευρικά.
«Πότε ήταν η τελευταία φορά που καθάρισες εκεί;»
«Εψές παιδάκι μου. Λέρωσες πουθενά; Να καθαρίσω;»
«ΟΧΙ» απάντησε φωναχτά «Δεν θα πας σήμερα προς το δέντρο κάτι ψάχνω»
«Εντάξει- εντάξει παιδάκι μου. Παίζεις τον ντεντέκτιβ; Τι ψάχνεις να σε βοηθήσω;» ρώτησε η γιαγιά του.
«Όχι, θα ερευνήσω μόνος μου. Πες μου πότε είδες τελευταία φορά το γράμμα μου στο δέντρο;»
«Εψές που καθάρισα. Ήταν εκεί».
Σημείωσε κάτι στο χαρτί του και ξανά πήγε στο σαλόνι όπου βρισκόταν το δέντρο. Κάθισε μπροστά του και σκεφτόταν ποιος μπορεί να το πήρε και γιατί. Η γιαγιά δεν το πήρε, ο μπαμπάς αποκλείεται γιατί λείπει στην δουλειά, μήπως η μαμά; Μπα, δεν θα το έκανε αυτό η μαμά μου. Να πέρασε ο Άγιος Βασίλης και να το πήρε; Το βράδυ θα έρθει αυτός. Σιγά μην κάνει τόσες διαδρομές πέρα δώθε… Όχι- όχι δεν είναι αυτός. 
Τότε σκέφτηκε να πιάσει τον κλέφτη με ένα κολπάκι που είχε δει στην τηλεόραση που έκανε
ένα παιδάκι. Πήρε μια κλωστή, την έδεσε στο πιαστράκι πολύ καλά και τοποθέτησε χρυσόσκονη σ’ ένα  μικρό πλαστικό δοχείο, πήρε ένα σκαμπό ανέβηκε και το έβαλε πιο ψηλά στο δέντρο, ώστε όταν ερχόταν ο κλέφτης να βάλει πάλι το γράμμα στην θέση του ο Άρης θα ήξερε ποιος ήταν με την χρυσόσκονη που θα έπεφτε επάνω του.
Λίγες ώρες αργότερα ο Άρης καθόταν ανυπόμονος. Ήρθε ο πατέρας του από την δουλεία και δεν είδε χρυσόσκονη επάνω του. Αθώος έγραψε στο χαρτί. Η μαμά του επίσης δεν ακούμπησε το δέντρο. Μπερδεύτηκε. Ποιος είναι; Σκέφτηκε. Αργότερα, άρχισε να μαζεύτε κόσμος στο σπίτι για να γιορτάσουν όλοι μαζί τα Χριστούγεννα και ο Άρης φοβόταν μην του χαλάσουν την κατασκευή στο δέντρο. Είχαν έρθει τα ξαδέρφια του και έπαιζε μαζί τους όταν ξαφνικά πέρασε από δίπλα του κάποιος και κάτι γυάλιζε επάνω του. Έτρεξε από πίσω να δει ποιος είναι όταν έπεσε πάνω στην μητέρα του.
«Μαμά;»
«Κοίτα πως έγινα!» ου είπε η μητέρα του προσπαθώντας να διώξει την χρυσόσκονη από την μπλούζα της και στα μαλλιά της.
«Εσύ πήρες το γράμμα μου;» ρώτησε έκπληκτος.
«Ποιο γράμμα;» απάντησε σαν μην ήξερε τι της έλεγε.
«Πες την αλήθεια σε τσάκωσα. Εσύ το πήρες!». Παραδομένη πλέον από την εξυπνάδα του γιού της παραδέχτηκε πως εκείνη πήρε το γράμμα από το δέντρο. «Εντάξει, με τσάκωσες εγώ το πήρα, αλλά το έκανα γιατί μου ζήτησε ο Άγιος Βασίλης την βοήθεια μου και να του δώσω το γράμμα να ετοιμάσει το δώρο σου. Έτσι έκανα και το ξαναέβαλα στην θέση του για να μην καταλάβεις τίποτα. Δεν σε πείραξε;»
«Χα χα όχι μαμά τέλεια θα μου πάρει αυτό που θέλω!»
«Κοίτα όμως τώρα πως έγινα με το κολπάκι σου, πως θα φύγει η χρυσόσκονη από πάνω μου;»
«Μην την βγάλεις μαμά, είσαι πολύ όμορφη. Θα λάμπεις απόψε!»

Συγγραφέας: Νίκη Τσιακάλου - Φοιτήτρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου