Διασχίζοντας την παραλιακή, τη Συγγρού, το κέντρο καταλαβαίνεις ότι οι περισσότεροι έχουν ένα προορισμό. Τα μπουζούκια. Δεν λέω νυχτερινά κέντρα, γιατί είναι κάτι πολύ γενικό και δεν χαρακτηρίζει την διασκέδαση αυτής της χώρας. Η λέξη «μπουζούκια» έχει αποθηκευτεί κατευθείαν στον σκληρό δίσκο του μυαλού μας και αρνούμαστε πεισματικά να την θυσιάσουμε σε νεοελληνικούς ορισμούς.
Είναι συνυφασμένη με την
ψυχοσύνθεσή μας. Ανέκαθεν ο Ελληνας είχε την ανάγκη να ξεδώσει ακούγοντας λαϊκό
τραγούδι. Οσο πιο λαϊκό τόσο πιο εκτονωτικό για την ψυχή του. Τα σουξέ επί
χρόνια δίνουν και παί ρνουν. Μπορεί να άλλαξε όλο το status της ζωής μας, να μπήκαν
μνημόνια στην καθημερινότητά μας, να γκρεμίστηκε καθετί που θεωρούσαμε δεδομένο,
όμως αυτό που έμεινε αλώβητο και δεν θα αλλάξει ποτέ είναι τα
«μπουζουκομάγαζα». Δεν υπάρχει νομίζω κανείς
από εμάς που να μην έχει πάει από μία έως αμέτρητες φορές σε τέτοια μαγαζιά. Θα
πει ψέματα. Ολοι έχουμε συμμετάσχει σε μια αντίστοιχη μουσική ιεροτελεστία.
Είχα πολύ καιρό να πάω. Ενιωσα βολικά – άβολα. Γνωστό μεν το σκηνικό, αλλά διαφορετικό από τα δικά μου χρόνια. Τότε ο καλλιτέχνης που ανέβαινε να τραγουδήσει είχε επίθετο και κρατούσε απόσταση από τον κόσμο. Τώρα έχει μόνο όνομα και αμεσότητα με το κοινό. Τον αγκαλιάζουν, φωτογραφίζονται μαζί του, επιδιώκουν μια στιγμή επαφής.
Νιώθεις στα βλέμματα
όλων την ανάγκη να κλέψουν κάτι από την αίγλη και την διασημότητα του Χ
καλλιτέχνη, έστω κι αν είναι «άφωνος». Το σύστημα τον επέβαλλε και τον έκανε
φίρμα. Αυτό μετράει. Ότι και να πει θα έχει ανταπόκριση.
Περνώντας την πόρτα ενός τέτοιου μαγαζιού καταργούνται όλοι οι τύποι. Ξαφνικά πλούσιοι, φτωχοί, αστοί, νεόπλουτοι γίνονται ένα. Η εικόνα είναι σουρεαλιστική αλλά μοναδική. Ακόμη και η κυρία με το λαμέ εξυπηρετεί ένα σκοπό. Δίνει ένα στίγμα.
Ο λουλουδοπόλεμος, τα πιάτα πιο παλιά, τα μαξιλάρια σε παραλλαγή τώρα, είναι κι αυτά μέρος ενός «ξεδώματος». Για τον καθένα σημαίνει κάτι όλο αυτό. Βγάζει τα εσώψυχά του, τον πόνο του, τον έρωτα, το θυμό, τη χαρά, το φόβο, την αγάπη. Αλλαξε δομή και χαρακτήρα η διασκέδαση. Η παρακμή είναι έντονη. Το ίδιο και η υπερβολή. Θα μου πεις αυτή είναι η μαγεία των μαγαζιών αυτών. Όλα τόσο ασυνάρτητα αλλά παράλληλα δεμένα άρρηκτα σε ένα απροσδιόριστο σύνολο. Σαν ταινία του Κουστουρίτσα!
Εχω καταλήξει πια στο συμπέρασμα ότι όλο αυτό είναι απόλυτα ψυχοθεραπευτικό για την ελληνική ψυχή. Είναι λύτρωση. Δεν είναι τυχαίο η επίπτωση που είχε ο θάνατος ενός νέου καλλιτέχνη στην καρδιά των Ελλήνων. Ξεσήκωσε και έβγαλε στους δρόμους χιλιάδες ανθρώπους. Η αιτία; Όχι μόνο γιατί γέμιζε ασφυκτικά τα μαγαζιά που τραγουδούσε, όχι μόνο για τον πονεμένο στίχο των τραγουδιών του, αλλά γιατί έκανε από μόνος του το όνειρό του πραγματικότητα. Εξω από τα συστήματα και τα διαπλεκόμενα αυτής της χώρας. Με μόνο οδηγό του την τεχνολογία και μια κιθάρα.
Ακόμη και σε αυτή την
περίπτωση «κράτος VS μπουζούκια» νικητής είναι
τα δεύτερα.
Είναι λυπηρό βέβαια να σκεφτεί κανείς ότι τα σημερινά πρότυπα για τους νέους είναι κυρίως καλλιτέχνες. Μετακινήθηκε ο πήχης από τα πνευματικά, φωτισμένα μυαλά. Αυτά συγκινούν πια μόνο για μικρή μερίδα ψαγμένων ανθρώπων.
Η κρίση σάρωσε πολλές αξίες. Ισοπέδωσε ιδέες, πιστεύω, αρχές. Παρατηρούσα κυρίως τα νέα παιδιά που τραγουδούσαν μαζί με το ίνδαλμά τους, πίνοντας, χορεύοντας, ξεδίνοντας αυτό που στην ουσία τους καθηλώνει σε μια ζωή που ίσως δεν πόθησαν ποτέ.
Είναι η αντίδρασή τους
απέναντι σε μια πολιτεία που δεν τους αφήνει περιθώρια να ονειρευτούν. Που δεν
τους δίνει καμια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.
Οπου κι αν σταθείς θα ακούσεις την ίδια φράση: «Ποια κρίση; Kάθε ΠΣΚ τα μπουζούκια είναι γεμάτα». Ναι ισχύει. Το ευρώ για την διασκέδαση θα μπει στον κουμπαρά πάση θυσία. Είναι απαράβατος κανόνας. Είναι κάτι που δεν υπάρχει περίπτωση όσο κι συμπιέσουν οικονομικά τον Ελληνα να το απαρνηθεί. Η ψυχή του όμως του ανήκει και εκείνος έχει αποφασίσει να την ξοδεύει με αυτό τον τρόπο. Δικαίωμά του! Σε όποιον αρέσει. Εξάλλου this is Greece!
Συγγραφέας: Αφένδρα Τσιάκα - Φοιτήτρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου