Ακούω ένα θαυμάσιο ήχο. Τον
υπέροχο ήχο ενός παλιού σκουριασμένου κλειδιού που στρίβει μέσα στη φθαρμένη
κλειδαριά του ξύλινου κουτιού. Μία στροφή, δύο στροφές, τρεις στροφές. Φοράω το
πιο λαμπρό φόρεμά μου, εκείνο με το ροζ, σαν κουφέτο, τούλι και τις ασημένιες
πινελιές. Χτενίζω με προσοχή τα κατάξανθα μαλλιά μου, ώστε να φαίνονται χρυσά
στο φως του πρωινού ήλιου. Τέσσερις στροφές, πέντε στροφές. Διαλέγω τις πιο
εντυπωσιακές πουέντ, εκείνες με τα σκαλιστά τριαντάφυλλα και τις επιχρυσωμένες
κορδέλες. Έξι στροφές, εφτά στροφές. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Το χέρι μου
τρέμει από το άγχος, αλλά τα μάτια μου λαμπυρίζουν από την ευτυχία. Είμαι
έτοιμη.
Οχτώ στροφές. Ανεβαίνω αργά στη σκηνή.
Παίρνω τη θέση μου. Βαριανασαίνω. Η μουσική ξεκινά κι εγώ χορεύω, στριφογυρίζω.
Σ’ αυτό το κλασσικό μπαλέτο χαρίζω όλη την ψυχή μου. Κι αυτό γιατί είσαι εσύ
εκεί. Αναζητώ σε κάθε στροφή το βλέμμα σου. Πάντα εκεί, σταθερό, γεμάτο πάθος
και επιθυμία. Με κοιτάζεις και χαμογελάς. Μπορώ να ακούσω την καρδιά σου πίσω
από τις ηχηρές νότες. Κι εγώ χορεύω όλο και πιο όμορφα, παλεύοντας για τη ματιά
σου, την καρδιά σου. Πολεμώντας για σένα.
Πριν προλάβω να νιώσω, να αισθανθώ η μουσική
τελειώνει κι εγώ χάνομαι. Βρίσκομαι σ’ ένα πηχτό σκοτάδι. Το μαύρο με τυφλώνει,
η σιωπή με κουφαίνει. Φοβάμαι και κρυώνω. Ψάχνω να σε βρω, να σε αγγίξω κι εσύ
δεν είσαι πουθενά. Θέλω τόσο πολύ να σε αγκαλιάσω, να ουρλιάξω στο αυτί σου ότι
σε έχω ερωτευτεί. Να ακούσεις την καρδιά μου, να πιστέψεις. Και ύστερα μ’ ένα
γλυκό φιλί να με πάρεις μακριά, να με λυτρώσεις.
Ξαφνικά, ακούω έναν ήχο. Είναι διαφορετικός,
οξύτερος. Σαν ξύλο που σπάει. Το κουτί ανοίγει και άπλετο φως χύνεται στα μάτια
μου. Σηκώνω το κεφάλι ψηλά. Βρίσκεσαι εκεί και με κοιτάζεις. Ήρθες να με
σώσεις. Μου δίνεις το χέρι και με τραβάς επάνω. Και καθώς πατούν τα πόδια μου
στο παγωμένο μάρμαρο με παίρνεις αγκαλιά και με φιλάς. Είναι ένα φιλί γεμάτο
εικόνες. Βλέπω χρώματα, ακούω όμορφους ήχους. Όπως του σκουριασμένου κλειδιού.
Χάνομαι στη γλυκύτητα των ματιών σου, αγγίζω
το πρόσωπό σου. Τώρα πια δεν φοβάμαι. Ξέρω πως θα είμαστε για πάντα μαζί. Όλος
ο κόσμος θα μιλά για μας. Για το στρατιώτη που έσωσε τη μπαλαρίνα. Για τη
μπαλαρίνα που ερωτεύτηκε το στρατιώτη. Το παραμύθι μας θα έχει πολλές
διαφορετικές εκδοχές, ένα όμως θα είναι σίγουρο. Θα έχει γραφτεί ανεξίτηλα
επάνω στο αιώνιο, βαθύ «σ’ αγαπώ».
Το
ξυπνητήρι χτυπά και το κορίτσι ανοίγει τα μάτια. Σηκώνεται και κατευθύνεται
προς το μαρμάρινο τραπεζάκι. Τοποθετεί ένα παλιό σκουριασμένο κλειδί στην
κλειδαριά ενός φθαρμένου ξύλινου κουτιού. Μία στροφή , δύο στροφές, τρεις
στροφές. Ο ήχος είναι δυνατός και γεμίζει το άδειο δωμάτιο. Τέσσερις στροφές,
πέντε στροφές. Το κοριτσάκι συνεχίζει αδιαφορώντας για τον εκνευριστικό ήχο της
παλιάς κλειδαριάς. Οχτώ στροφές. Η μουσική ξεκινά. Μία γλυκιά μελωδία
αγκαλιάζει το χώρο και η μπαλαρίνα χορεύει, στριφογυρίζει. Ω, μα είναι τόσο
λαμπερή και όμορφη. Σαν να χαρίζει στο κλασσικό αυτό μπαλέτο όλη την ψυχή
της. Σαν να προετοιμαζόταν για το χορό
αυτό μια ολάκερη ζωή…
Συγγραφέας: Κατερίνα Γεωργοπούλου - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου