Όταν ο Χάνσελ και η Γκρέντελ του γνωστού παραμυθιού επέστρεψαν στο σπίτι
τους, έζησαν για πολλά χρόνια με τον γέροντα πατέρα τους και σαν μεγάλωσαν σπούδασαν ιατρική.
Ο Χάνσελ παντρεύτηκε την κόρη του
ζαχαροπλάστη που έφτιαξε το ζαχαρένιο σπίτι της μάγισσας και η Γκρέντελ
ακολούθησε τους ¨Γιατρούς Χωρίς Σύνορα¨.
Ο Χάνσελ και η Ζαχαρένια έτσι έλεγαν την κόρη του ζαχαροπλάστη απέκτησαν δύο παιδιά, τον Χάνς και την Γκρέντα και ζούσαν όλοι μαζί ευτυχισμένοι κοντά στο δάσος.
Τα παιδιά είχαν μάθει από τον μπαμπά τους για
το ζαχαρόσπιτο και επιθυμούσαν να το επισκεφτούν παρόλο που φοβόντουσαν λιγάκι…
«Θέλω να πάμε στο ζαχαρόσπιτο να δω και να
γευτώ τις λιχουδιές του» έλεγε και ξανάλεγε η εξάχρονη Γκρέντα στη μαμά της. Ο
Χάνς που ήταν κατά δύο χρόνια μεγαλύτερός της την άκουγε και της έλεγε συνέχεια
«Μην είσαι κουτή δεν μπορούμε να βρούμε το ζαχαρόσπιτο, είναι βαθιά στο δάσος
και το δάσος είναι τόσο μεγάλο!».
Ο μπαμπάς τους χαμογελούσε και τους θύμιζε
ότι στο ζαχαρόσπιτο έμενε η εγγονή της μάγισσας η οποία είχε επιστρέψει από τη
Μαγούπολη όπου είχε πάει για σπουδές στη Μεγάλη Σχολή των Μαγισσών και δεν τολμούσε
τώρα πια κανείς, να περάσει από εκεί.
Τα μαγικά φίλτρα, τα ξόρκια και τα φυλαχτά
έδιναν και έπαιρναν στο ζαχαρόσπιτο. Μοσχομύρισε ο τόπος όλος όταν το καζάνι
έβραζε. Γέμιζε φουσκάλες και καπνούς ο ουρανός, τόσους που και ο ήλιος ακόμη
χάνονταν μέσα τους.
Και να σας πω την αλήθεια παιδιά όταν πέρασα κι εγώ από εκεί ένα
μεσημέρι, ζαλίστηκα από τους καπνούς και τις μυρουδιές! Οφείλω όμως να ομολογήσω
ότι τα ζαχαρωτά που δοκίμασα ήταν γευστικότατα!
«Να
φτιάξουμε κι εμείς ένα ζαχαρόσπιτο και την κακιά μάγισσα να τη φτιάξουμε με
μέλι και ζάχαρη μήπως τη γλυκάνουμε λιγάκι» είπε ο Χάνς.
«Την κακιά μάγισσα θα την φάμε, για να
μάθει να κλείνει τον μπαμπά μας στο κλουβί και να βάζει τη θεία να κάνει τις
δουλειές του σπιτιού» είπε η Γκρέντα καθώς συγκέντρωνε τα υλικά για το ζαχαρωτό
τους.
Τα δύο αδέλφια φόρεσαν τις ποδιές τους και
τα κόκκινα σκουφάκια τους – χμ, μάλλον αυτό είναι από άλλο παραμύθι, άσπρα
σκουφάκια φόρεσαν – και ξεκίνησαν για την παρασκευή του τεράστιου γλυκού τους,
του δικού τους ζαχαρόσπιτου.
«Στάσου ένα λεπτό μας λείπει το αρωματόχορτο»
αναφώνησε η Γκρέντα «…χωρίς αυτό δεν θα ευωδιάζει το γλυκόσπιτό μας ».
«Δεν θα βάλουμε αρωματόχορτο γιατί πρέπει
να το μαζέψουμε από το βουνό και εκεί δεν μπορούμε να πάμε» της είπε ο Χανς.
Όμως όταν η Γκρέντα έβαζε κάτι στο μυαλό
της ήταν αδύνατο να μην το πραγματοποιήσει. Έτσι κατάφερε τον αδερφό της και
συμφώνησε να πάνε στο αφιλόξενο και σκοτεινό δάσος για να μαζέψουν το αρωματόχορτο
για το γλυκόσπιτό τους. Ήταν φθινόπωρο και τα δύο παιδιά κρύωναν, φοβόταν και
νύσταζαν. Το βραδάκι αφού είχαν περιπλανηθεί αρκετά, ξάπλωσαν στις ρίζες ενός
δέντρου και κοιμήθηκαν γλυκά.
Τα πουλάκια που ήταν εκεί, λίγο γέρικα
πια, τους σκέπασαν με φύλλα και θυμήθηκαν ότι πριν από πολλά χρόνια κάποια άλλα
παιδιά, στο ίδιο δέντρο, δεχόταν τη ίδια ακριβώς φροντίδα από εκείνα.
Μόλις ξημέρωσε, ο Χάνς και η Γκρέντα ξεκίνησαν να μαζέψουν το
αρωματόχορτο και γιατί όχι, να ζήσουν την περιπέτειά τους στο δάσος. Έτρεχαν
πάνω κάτω κυλιόταν στο δροσερό χορτάρι, άνοιγαν το στόμα και περίμεναν τις
δροσοσταλίδες να κυλίσουν από τα πλατιά φύλλα, άκουγαν τα πουλιά, χαίρονταν
ανέμελα τη φύση, μάζευαν περίεργα αγριόχορτα... Έψαχναν παντού στο βουνό και βρήκαν
τελικά το βότανο για το ζαχαρόσπιτό τους.
Όταν όμως ήρθε η ώρα του γυρισμού, τα δύο
αδέρφια δεν θυμόταν το μονοπάτι της επιστροφής. Έκαναν κύκλους στο δάσος
περνώντας από τα ίδια μέρη, περιπλανήθηκαν για αρκετές ώρες, ώσπου βρέθηκαν
μπροστά σε ένα όνειρο!
«Θεούλη μου, τι είναι αυτό;» ξεφώνισε η
Γκρέντα, ενώ ο Χάνς είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό. Παντεσπάνι, ζαχαρωτά, καραμέλες,
κρέμες, γλειφιτζούρια, μπισκότα, σαντιγί… και πολύ σοκολάτα. Ναι, ήταν
αλήθεια! Είχαν βρει το ζαχαρόσπιτο των ονείρων τους και άρχισαν λίγο λίγο να το
γεύονται...
«Μιάμ, μιάμ, μιάμ είναι υπέροχο Γκρέντα.
Δοκίμασες τα παράθυρα;»
«Όχι, είμαι στην κλειδαριά και τρώω το
πόμολο» απάντησε με γεμάτο το στόμα η Γκρέντα.
Ο Χάνς είχε τώρα σκαρφαλώσει στη σκεπή και
απολάμβανε τα μπισκοτοκεραμίδια από φρούτα του δάσους, ενώ στο χέρι του κυλούσε
η λευκή λιωμένη σοκολάτα από κομμάτι της καμινάδας.
Ήταν τόση η χαρά και η ανεμελιά τους, ζούσαν
το δικό τους παραμύθι ώστε δεν κατάλαβαν ότι κάποιος ή μάλλον κάποια βρισκόταν
κοντά τους και τους κοίταζε. Όταν τα δύο αδέρφια είδαν μία κοπέλα να τους χαζεύει,
μάλλον με συμπάθεια, έκαναν ένα βήμα πίσω, αγκαλιάστηκαν από το φόβο τους
παραπάτησαν στο σκαλοπατοκέικ και βρέθηκαν μέσα στη μους σοκολάτα.
«Μη φοβάστε, δε θα σας πειράξω. Ελάτε να
σας βοηθήσω να σηκωθείτε… Περάστε στο σπιτικό μου να σας φιλέψω και να
ειδοποιήσουμε και τους γονείς σας ότι είστε εδώ για να μην ανησυχούν!».
Και να μην σας τα πολυλογώ παιδιά, η
Γιάννελεν ήταν φιλική και δέχτηκε με χαρά τα αδέλφια στο σπίτι της και εκείνα
ενώ στην αρχή ήταν επιφυλακτικά σιγά σιγά την εμπιστεύτηκαν. Η Γιάννελεν τους
έδειξε την πλούσια βιβλιοθήκη της, το γραφείο της, τη κουζίνας της και το τεράστιο
εργαστήριό της.
Ναι καλά ακούσατε…το εργαστήριό της. Μόνο
που δεν ήταν ένα εργαστήριο όπως όλοι το φαντάζονταν, ένα εργαστήρι με μαγικά
μπουκαλάκια, φίλτρα, χρωματιστά νερά και σκόνες, αλλά ένα εργαστήριο
ζαχαροπλαστικής. Και δεν είχε κάνει σπουδές στη Μεγάλη Σχολή των Μαγισσών, αλλά
στην Ανωτάτη Σχολή Ζαχαροπλαστικής στην πρωτεύουσα. Αγαπούσε πολύ τη δουλειά
της και τα παιδιά που ήταν και πελάτες της.
Η Γιάννελεν περιποιήθηκε όσο καλύτερα
μπορούσε τους νέους της φίλους και έδειξε ότι ήταν φιλόξενη και αρκετά
συμπαθητική. Τους μίλησε για τα όνειρα και τα σχέδιά της και τα παιδιά μίλησαν
για τα δικά τους με ενθουσιασμό. Μάλιστα τους πρότεινε να γίνουν βοηθοί στο
εργαστήριό της και φυσικά όλοι μαζί να ολοκληρώσουν το γλυκόσπιτο που ξεκίνησαν
τα δύο αδέρφια. Συμφώνησαν ότι θα έφτιαχναν τούρτες γενεθλίων για τα παιδιά
όλου του κόσμου και ταυτόχρονα θα διασκέδαζαν με τα σχήματα τα χρώματα και τις
γεύσεις.
Όταν κι εσείς
παιδιά βρεθείτε στο δάσος και ανακαλύψετε το γλυκόσπιτο της Γιάννελεν μην παραλείψετε
να διασκεδάσετε με τις παράξενες συνταγές ζαχαροπλαστικής στο εργαστήριό της και
μην ξεχάσετε να δοκιμάσετε τα παρτέρια στην αυλή του σπιτιού της με τα
πολύχρωμα ζαχαρωτά λουλούδια. Είναι νοστιμότατα, είναι μαγεία…
Συγγραφέας: Ελένη Μπλιούμη - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου