
Η
μεταλλική μηχανή του χρόνου στον τοίχο πίσω από τον dj την έκανε πάντα να αναρωτιέται τι θα
άλλαζε αν μπορούσε να γυρίσει πίσω στο χρόνο. Τι θα άφηνε ίδιο και τι θα ξαναζούσε
ως το τέλος, ξανά και ξανά από την αρχή.
Σκεφτόταν
πως αν μπορεί να ακούει το ίδιο μουσικό κομμάτι από την αρχή γιατί να μην
μπορεί να ζει ξανά τις στιγμές που αγάπησε. Γνώριζε καλά όμως, πως αυτό δεν γινόταν
παρά μόνο με τη σκέψη.

Εκείνο
το βράδυ ήταν ξεχωριστό από όλα τα άλλα, ήταν το βράδυ που θα άλλαζε την ζωή
της για πάντα.
Ήταν
11:11μμ. όταν μπήκε μέσα εκείνος, ήταν όμορφος, αμέσως τράβηξε την προσοχή της.
Ερχόταν προς το μέρος τους. Δεν άργησε να καταλάβει πως τον είχε καλέσει μια
κοπέλα από την παρέα. Δεν ήξερε τίποτα για εκείνον. Της ήταν άγνωστος, αν είχε κάτι
με την κοπέλα που τον κάλεσε; Έπρεπε να μάθει.
Αισθανόταν
μια περίεργη έλξη, ένα μυστηριώδης σύμπλεγμα ενέργειας αναπτύχθηκε μεταξύ τους
από το πρώτο δευτερόλεπτο, κάτι σαν ηλεκτρομαγνητικό πεδίο. Ένα ισχυρός
μαγνήτης σαν αυτόν και μια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας όπως εκείνη. Κάθε φορά που
διασταυρώνονταν οι ματιές τους λαμπίριζαν σπινθήρες που φώτιζαν τα πρόσωπά τους
ώστε να βλέπουν καλύτερα ο ένας τον άλλον. Ένιωθε ότι ήθελε να τον ανακαλύψει,
να τον κατακτήσει, να του δείξει τον κόσμο της.
Την
πλησίασε, στο λιγοστό κενό αέρα που υπήρχε ανάμεσά τους ένιωσε να μπλέκονται οι
ενέργειες τους και να στροβιλίζονται με μεγάλη ταχύτητα γύρω τους. Της
προκαλούσε πολύ μεγάλη ένταση η παρουσία του, μετά από πολύ καιρό επιτέλους
ένιωθε κάτι, επιτέλους τάιζε τους
δαίμονες της.

Κοίταξε
γύρω της, εκείνος ήταν σταθερά δίπλα της, από τη στάση που είχε το σώμα του
κατάλαβε ότι ήθελε να την πλησιάσει, έβαλε ένα τσιγάρο στο στόμα της και έκανε
μηχανικά να πιάσει τον αναπτήρα πάνω από το πάσο του μπαρ, γύρισε το κεφάλι της
και τότε είδε τον αναμμένο αναπτήρα του ακριβώς μπροστά της. Άγγιξε τα χέρια του για να ανάψει
το τσιγάρο της, το δέρμα του ήταν μαλακό, τα χέρια του
ζεστά.
Τον
πλησίασε, η μυρωδιά του της προκάλεσε ανατριχίλα, κατάφερε να ψελλίσει στο αυτί
του
«καπνίζεις;»
Εκείνος
χαμογέλασε, ξαφνικά δεν υπήρχε τίποτε άλλο εκείνη τη στιγμή γύρω τους, ούτε
παρέα, ούτε κόσμος. Είχαν εξαφανιστεί όλα, δεν υπήρχαν καν τοίχοι, μόνο η
μηχανή του χρόνου να τους ταξιδεύει στο άπειρο σύμπαν, σε άγνωστες διαστάσεις,
εκεί που μόνο όσοι ερωτεύονται πηγαίνουν, έτσι απλά, χωρίς τίποτε άλλο να
χρειάζονται για να επιβιώσουν.
Εκείνος
με μια ελαφριά κίνηση του κεφαλιού του προς το μέρος της την φίλησε ανάμεσα από
το στόμα και το μάγουλο. Είχαν έρθει πολύ κοντά πια. Δεν ήθελε να τραβήξει τα
χέρια της από τα δικά του, ήθελε τόσο πολύ να τον αγγίζει. Η καρδιά της χτυπούσε
δυνατά, τα πόδια της έτρεμαν, ερωτευόντουσαν, ήταν αμοιβαίο, αυτή το όνειρο και
εκείνος το κορίτσι.
Συγγραφέας: Ελευθερία Παγιάτη - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου