Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

"Τι θα γινόταν αν το φεγγάρι εξαφανιζόταν από τον ουρανό;" της Βασιλικής Βεντούρη


Μεγάλος καβγάς θα μπορούσε να είχε γίνει στον ουρανό. Μα το Φεγγάρι είναι ήρεμο. Δε θέλει φωνές, εντάσεις και τσακωμούς. Πήρε το μαξιλάρι του και έφυγε για αλλού. Τις προάλλες κρυφάκουσε τον Ήλιο να βγάζει λόγο στον Άνεμο, στα Αστέρια, στα Σύννεφα και στον Ουρανό. «Τι το θέλετε αυτό; Άχρηστο είναι! Ακόμα να το καταλάβετε; Εγώ του δίνω φως! Ούτε μία δουλειά σωστή δε μπορεί να κάνει! Έχετε εμένα! Εγώ έχω φως δικό μου. Ολόδικο μου. Είμαι δυνατός και σπουδαίος. Ούτε αυτό δε μπορεί να κάνει. Σας φέγγει το βράδυ, μα το φως από μένα το παίρνει! Δε το έχουμε ανάγκη το Φεγγάρι!» Και τότε ένα δυνατό χειροκρότημα ακολούθησε.

Αυτά τα λόγια άκουσε το Φεγγαράκι, και πληγωμένο όπως ήταν χάραξε νέα πορεία. «Πώς είναι δυνατόν;» σκέφτηκε. «Ο Ήλιος είναι ο αγαπημένος μου φίλος! Ή μάλλον έτσι νόμιζα». Ένα δάκρυ κύλισε και συνέχισε: «Όχι. Δεν αξίζει να κάνω καβγά. Δε μου αρέσουν οι φωνές. Φεύγω. Μα και οι υπόλοιποι; Αντί να με υποστηρίξουν τον χειροκρότησαν; Όταν φύγω θα καταλάβουν την αξία μου!»
Ύστερα από αυτό το συμβάν κανένα ζωάκι δεν μπορούσε να δει καθαρά. Ούτε τα ζώα της μέρας ούτε τα ζώα της νύχτας. Ο Κούλης ο κυρ ποντικούλης φώναξε πρώτος στη νυχτερίδα.
«Ε κυρά νυχτερίδα. Μήπως ξέρεις που είναι το Φεγγάρι; Χωρίς αυτό τη νύχτα δε μπορώ να κάνω βήμα»
«Άστα. Δυστυχία μεγάλη πάθαμε. Δεν έχω τη παραμικρή ιδέα» του απάντησε η νυχτερίδα. «Μήπως νομίζεις ότι εγώ βλέπω; Γέρασα και εγώ και τα μάτια μου δε με βοηθούν πια. Άντε ρώτα τη κουκουβάγια».
Έτσι και έκανε ο Κούλης. Στάθηκε μπροστά στο δέντρο. Σήκωσε το κεφαλάκι του όσο πιο ψηλά μπορούσε. Σκοτάδι. Πίσσα. Ίσα που μπορούσε να διακρίνει την κουκουβάγια.
«Κουκουβάγια μου γλυκιά, κουκουβάγια μου καλή και όμορφη που σα και εσένα καμιά, ξέρεις που είναι το Φεγγάρι;»
«Δε ξέρω καλέ μου. Και εγώ από τότε, έπαψα να τραγουδώ με όρεξη. Ούτε μπορώ να δω. Κάποτε μας έφεγγε και τα έβλεπα όλα. Τώρα πια, τίποτα».
Από την άλλη οι λύκοι, οι τραγουδιστές της παρέας έπαψαν να ουρλιάζουν. Τους αρέσει πολύ να τραγουδούν και να κοιτούν το φεγγάρι.   Μα τώρα δίχως αυτό, κατάθλιψη κοντεύουν να πάθουν. Ούτε εκείνα ξέρουν γιατί το φεγγάρι τους εγκατέλειψε. Και εκεί που κάποτε άκουγες τα δυνατά «Α ου… Α ου….» τώρα βλέπεις τους λύκους ξαπλωμένους κατάχαμα. Ούτε όρεξη να κυνηγήσουν έχουν μα ούτε και να τραγουδήσουν.
Μια ανάλογη συζήτηση γίνεται και στον ουρανό.
«Μήπως είδες το Φεγγάρι;» ρωτάνε τα σύννεφα τον Άνεμο.
«Όχι. Έχουν περάσει μέρες και ακόμα να φανεί» απαντά εκείνος.
«Δε μπορώ χωρίς το Φεγγάρι. Μου λείπει!» δήλωσε τόσο θλιμμένα ένα μικρούτσικο Αστεράκι.
«Έτσι ακριβώς! Μας λείπει η συντροφιά του!» συμφώνησαν τα υπόλοιπα.
«Λέτε να έμαθε για αυτά που μας έλεγε ο Ήλιος;» αναρωτήθηκε ο σοφός Ουρανός. Τότε με δική του πρωτοβουλία τον φώναξαν να έρθει κοντά και του είπαν:

«Ήλιε χρυσέ και λαμπερέ
το ξέρεις σ’ αγαπάμε
μα το Φεγγάρι μας εμείς
τώρα τ’ αναζητάμε.

Δίχως αυτό τα ζώα μας
να δούνε δε μπορούνε
και οι λύκοι σταμάτησαν
σε εμάς να τραγουδούνε

Ακόμα και σε εμάς εδώ
μας λείπει η συντροφιά του
το φως και η λάμψη του
και ας μην είναι δικιά του

Ήλιε μάθε πως δε πρέπει
να τους στενοχωρούμε
αυτούς που φίλους έχουμε
και πολύ τους αγαπούμε».

Και ο Ήλιος μετανιωμένος πια, αφού άκουσε καλά τα λόγια των φίλων του απάντησε:

«Χωρίς Φεγγάρι τελικά
κανείς μας δε γελάει
φίλος μας είναι καρδιακός
Μα δείτε τον! Γυρνάει!»

Το Φεγγάρι είχε πάει πιο δίπλα μα είχε ακούσει όλες τις συζητήσεις. Και τότε αφού γύρισε, όλα τα ζώα έκαναν ένα μεγάλο κύκλο. Κάτω από το φως του Φεγγαριού που σα και αυτό δεν υπάρχει άλλο, τα ζωάκια μας χόρευαν όλο χαρά, ενώ οι κουκουβάγιες τραγουδούσαν με κέφι «Κου κου βα» και οι Λύκοι τα δικά τους δυνατά «Α ου … Α ου….». 


Συγγραφέας: Βασιλική Βεντούρη - Σπουδάστρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου