Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

"Είμαι ο Γιαμίρ…" της Ελένης Μπλιούμη


Του έδωσαν χαρτιά, ρούχα, ελάχιστα χρήματα και του είπαν να φύγει απ’ τον καταυλισμό. Άλλες εξηγήσεις δεν του έδωσαν.


Για άλλη μια φορά ο Γιαμίρ έπρεπε να φύγει. Ξεστράτισε το μυαλό του σε σκέψεις του παρελθόντος, στο ξύλινο παγκάκι του πάρκου που τώρα τον φιλοξενούσε. Διάσπαρτες λέξεις… Έλεος, βοήθεια… Ηχούσαν σαν εφιάλτης.
Έγειρε το αυτί στην παλάμη του και ξάπλωσε στο παγκάκι. Πότε ήταν που ταξίδεψε με το σαπιοκάραβο από τη Συρία, πότε είδε την αδερφή του να γίνεται τροφή της προπέλας και πότε τα γιγάντια κύματα κατάπιαν αχόρταγα τους γονείς του δεν το είχε καταλάβει ακόμη. Δυο δάκρυα για τη μνήμη τους κύλησαν στο μελαμψό του πρόσωπο και ήταν σα να πότισαν το γρασίδι του πάρκου.


Τα γυμνά κλαδιά πλέκονταν από πάνω του και έπαιζαν με τον ήλιο. Ένα απαλό αεράκι τον χαιρέτησε. Αέρας εγκατάλειψης, μοναξιάς, απογοήτευσης; Ίσως, ποιος ξέρει;


-Συγνώμη, μπορώ να καθίσω είπε μια μητέρα με μωρό στο καρότσι.


Ο Γιαμίρ τρομαγμένος σηκώθηκε, άρπαξε το σακίδιό του, φόρεσε το Kopiah και πήρε βιαστικά τον πέτρινο δρόμο για την έξοδό του από το πάρκο.


Στο διπλανό δάσος που βρέθηκε κάθισε σ΄ ένα κούτσουρο. Σε λίγο σηκώθηκε όρθιος. Καθόταν ακίνητος, σιωπηλός, κοιτώντας το πουθενά, ώσπου στο τέλος ένιωσε σα να μην υπήρχε. Διέταξε όμως γρήγορα τον εαυτό του να συνέλθει. Πήρε το μονοπάτι που βρήκε μπροστά του, αδιαφορώντας για διαβάσεις, φανάρια, αυτοκίνητα. Ποιος ο λόγος άλλωστε; Μια φωνή μόνο ακούστηκε από το αντικρινό σπίτι «…πρόσεχε!».


Δεν έδωσε σημασία. Σημασία έδωσε όταν μια γυναίκα άδειασε τα σκουπίδια στον κάδο της ανακύκλωσης και όχι στον κάδο των σκουπιδιών. Την κοίταξε με βλέμμα απορίας. Εκείνη κοντοστάθηκε, του απάντησε «τι θες;» και έτρεξε γρήγορα στο σπίτι της. Ένα σπίτι ετοιμόρροπο, με σκουριασμένα κάγκελα, ξεχαρβαλωμένους μεντεσέδες στα παράθυρα, χαλασμένο χερούλι και απεριποίητο κήπο. Τα λουλούδια της βασανίζονταν κοντά της, όπως και οι άνθρωποι θα συμπέρανε κανείς από τις βίαιες κινήσεις προς τα παιδιά της, που φαίνονταν από το ανοιχτό παράθυρο. Η γυναίκα μόλις αντιλήφθηκε ότι την παρακολουθούν έκλεισε βιαστικά το παντζούρι και έκανε έτσι τον περιπτερά απέναντι να λυθεί στα γέλια από τη σκηνή. 

Ο ήχος της κοιλιάς του Γιαμίρ έγινε ενοχλητικός και σε συνδυασμό με τις μυρουδιές του αρτοποιείου τον έσπρωξαν να εφοδιαστεί κατάλληλα και να κατευθυνθεί προς το Σταθμό. Μια τσιγγάνα του ζήτησε κάτι. Της έδωσε. 

Πλήθος κόσμου αποχαιρετούσαν με βαλίτσες στα χέρια και δάκρυα στα μάτια τους δικούς ανθρώπους ή άλλοι πάλι δέχονταν αγαπημένα πρόσωπα με βαλίτσες στο χέρι και δάκρυα στα μάτια… Άλλα δάκρυα στα μάτια είναι αυτά. Παρόλο τον κόσμο στο σταθμό, μόνος με τις σκέψεις του ήταν ο Γιαμίρ που πολλές φορές τον οδηγούσαν στο δρόμο του γυρισμού. Συρία, πόλεμος, θάνατος. Οι σφαίρες όμως σφυροκοπούσαν στα αυτιά του, η απώλεια θόλωνε τα μάτια του και ξαναέσκυβε το κεφάλι ακουμπώντας το μαύρο της καρδιάς του.
 

Ακούει μια μάνα να ψάχνει το παιδί της. Παρακολουθούσε τις ζωές των ανθρώπων μία προς μία… Εκεί, στο Σταθμό. Ήταν μαγικό. Δεν υπάρχουν διαφορές στις ζωές των δύο χωρών, σκέφτηκε. Κλώτσησε μία πέτρα στη λίμνη κι εκείνη του απάντησε με κύκλους. Ποια θα είναι η ζωή μου, για πόσο ακόμη θα είμαι ανεπιθύμητος.

Όχι για πολύ. Το άλλο πρωί ο Γιαμίρ βρέθηκε νεκρός από ηλεκτροπληξία με ένα φύλλο χαρτιού στα χέρια. Όλοι έχουμε ανάγκη από ομορφιά, συντροφιά, ειρήνη, αγάπη. Γεια σας…     

Συγγραφέας: Ελένη Μπλιούμη - Σπουδάστρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου