Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Τρίτη 3 Μαρτίου 2020

"Η φιλία και η αγάπη πρέπει να έχουν όρια" της Αλίκης Καραθανάση


Η Μιράντα καθόταν στην άκρη της μικρής γέφυρας, μελαγχολική και ταυτόχρονα προβληματισμένη. Δεν είχαν περάσει ούτε δυο μέρες που ο Φώτης είχε φύγει απ’ το νησί, αφήνοντάς την με πάμπολλα ερωτηματικά από την τελευταία μέρα που τον είδε. Κοίταζε τα καράβια να περνούν και κρατώντας στο χέρι της ένα ξυλαράκι έγραφε το όνομά του, στα κύματα της λίμνης. Ναι, ήταν ερωτευμένη και μπερδεμένη πιο πολύ από ποτέ.

Η Μαρίζα -η κολλητή της από πολύ παλιά-, έφτασε στο ξύλινο γεφυράκι και την τρόμαξε με το άγγιγμά της.

- Μιράντα; Είσαι καλά; Έχω φτιάξει φρουτοσαλάτα που σου αρέσει. Έλα, θα καείς από τον ήλιο!

- Μαρίζα, ο Φώτης... Έφυγε και ήταν παράξενος. Λίγο το ύφος του, λίγο τα λόγια του. Λίγο το φιλί του. Ήταν ψυχρός απέναντί μου. Έκανα κάτι άραγε;


- Γιατί το λες αυτό;

- Νιώθω σαν κάτι να μου έκρυβε. Να… Τον πλησίαζα και ήταν απόμακρος. Ξέρεις κάτι;

- Μπα όχι. Δηλαδή, δεν μπορώ να σου κρυφτώ. Να… Πρόσεξα ότι έκρυβε τα ρούχα του σε ένα κοφίνι στην πίσω πλευρά του σπιτιού και μετά τον ρώτησα τι συμβαίνει.

- Τι εννοείς; Τα ρούχα του; Ποια ρούχα του; Μίλα ξεκάθαρα! Τώρα!

- Ρώτησέ τον... Δεν ξέρω…

Η Μιράντα, απελπισμένη, μπήκε στο σπίτι και άρχισε να ουρλιάζει.

Πήρε το κινητό της τηλέφωνο και απεγνωσμένα έψαχνε τον Φώτη. Δεν βρήκε κάτι. Το μόνο που εντόπισε ήταν ένα γράμμα μέσα στο κομοδίνο που έγραφε 
«Δεν έφταιγα εγώ. Ο Μιχάλης με βοήθησε. Ήταν ατύχημα. Η Γωγώ γλίστρησε από το σκαλοπάτι της σκάλας και δεν πρόλαβα να τη σώσω. Σκούπισα τα αίματα από το κεφάλι της και μετά την μετέφερα στην μικρή αποθήκη. Κάλεσα τον Μιχάλη και την κρύψαμε στο διπλανό νησί. Δεν ήθελα να πεθάνει».

Η κοπέλα μόλις διάβασε το γράμμα, έχασε το βήμα της, έκατσε στην καρέκλα και άρχισε να κλαίει. Η Μαρίζα την είδε και της έφερε ένα ποτήρι νερό.

- Τα έμαθες, σωστά; Δεν έφταιγε.

- Τι λες; Είσαι τρελή; Έκρυψε πτώμα. Πάτε καλά; Είναι τρελός. Τον σιχαίνομαι! Πρέπει να το πούμε στην αστυνομία αλλιώς κινδυνεύουμε! Τα ρούχα. Να πάμε τα ρούχα ως πειστήρια.

- Τώρα; Είμαστε συνένοχες. Καήκαμε!

- Φεύγω από το νησί. Αύριο κιόλας. Εσύ μείνε εδώ και κάλυψέ τον. Τέλειωσε για μένα!

Η φίλη της Μιράντας δεν έβγαλε μιλιά παρά μόνο πήγε στη λίμνη να πάρει αέρα.

- Όλα θα φανούν στο νησί. Φώτη την έβαψες.

 Ετοίμασε μια βαλίτσα, πήρε μια μπλούζα, το κινητό της τηλέφωνο και ξεκίνησε το Γολγοθά της.

- Όλα πρέπει να λυθούν. Δε με νοιάζει εάν κινδυνέψω. Για τη Γωγώ. Και για τον Φώτη. Πρέπει να είμαι δυνατή, μονολόγησε.

Πήρε τον δρόμο της επιστροφής μα δε μετάνιωνε.

Συγγραφέας: Αλίκη Καραθανάση - Σπουδάστρια Tabula Rasa

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου