Ο Άκης ήταν από τους λίγους νέους που θα μπορούσαν να είναι
ευχαριστημένοι στην εποχή μας από τη ζωή τους. Ήταν στα δεκαεννέα και είχε βρει
πολύ καλή δουλειά ως disc jockey στο καλύτερο μπαρ ενός κοσμοπολίτικου νησιού
και ένοιωθε ένα ζευγάρι βιολετιά μάτια να τον κοιτούν επίμονα. Ήταν η Αμαλία, η
υπάλληλος στο μπαρ, που έβρισκε πάντα κάποια πρόφαση να βρίσκεται κοντά του.
Εκείνη τη μέρα είχε πάει κάπως νωρίς για να οργανώσει τη
σειρά των νέων μουσικών κομματιών. Παράγγειλε ένα δυνατό καφέ στο αφεντικό και
άρχισε να δοκιμάζει τα μουσικά κομμάτια. Τότε είδε την Αμαλία να μπαίνει με ένα
στενό κόκκινο φόρεμα που τόνιζε ένα λυγερό κορμί που έκοβε την ανάσα. Πήγε
κοντά του και του χαμογέλασε. Τα βιολετιά μάτια της είχαν μια παράξενη λάμψη
αλλά ο Άκης διέκρινε και κάτι αλλόκοτο και απόκοσμο στο βλέμμα της που δεν
μπορούσε να προσδιορίσει τι ακριβώς ήταν. Και εκείνο το σύννεφο του αρώματος
που άφηνε στο πέρασμα της... Το ήξερε καλά το άρωμα αλλά σε εκείνη μύριζε
διαφορετικά.
Η Αμαλία την ώρα που τακτοποιούσε το μπαρ σκεφτόταν τι καλά
που θα ήταν, να ήταν μια κοπέλα όπως όλες οι άλλες, χωρίς εκείνο το ένοχο
μυστικό ικανό να προκαλέσει εγκεφαλικό σε όσους το μάθαιναν. Κοίταξε ξανά τον
νεαρό DJ αλλά εκείνος είχε σκύψει πάνω από την κονσόλα και τα μακριά ίσια
μαλλιά έκρυβαν σαν κουρτίνες το πρόσωπό του. Ήταν η πρώτη φορά που ένοιωθε
ερωτευμένη, που έβρισκε νόημα στη βαρετή δουλειά της και ευχόταν να κρατήσει η
νύχτα για πάντα.
Του πήγε τον καφέ και όπως έσκυβε το πλούσιο σφιχτό στήθος
της τον άγγιξε ανεπαίσθητα στον ώμο. Εκείνος γύρισε να κοιτάξει με την άκρη του
ματιού του το «ατίθασο» στήθος και ένοιωσε αμηχανία. Τα μάτια τους
διασταυρώθηκαν και πάλι όμως εκείνος προσπάθησε να αποφύγει το διαπεραστικό
βλέμμα κοιτώντας κάτω το πόδι της με το χρυσό κομψό πέδιλο και τα ζωγραφισμένα
νύχια. Δεν είχε ξαναδεί τόσο μεγάλο πόδι. Ο έρωτας που είχε νοιώσει για κείνη
είχε αρχίσει να εξατμίζεται για λόγους που ο ίδιος δεν μπορούσε να εξηγήσει. Η
Αμαλία για να δικαιολογήσει την παρουσία της δίπλα του προσποιούταν πως έψαχνε
τα μηνύματα στο κινητό της. Ξαφνικά τινάχτηκε από την καρέκλα σαν να τη χτύπησε
ηλεκτρικό ρεύμα. Ο Άκης ξαφνιάστηκε. Ποιο μήνυμα την αναστάτωσε τόσο; αναρωτήθηκε.
Τα επόμενα λεπτά το βλέμμα της έγινε θλιμμένο και σκοτεινό. Τώρα δεν απόφευγε
το βλέμμα της αλλά την κοιτούσε κι εκείνος επίμονα. Πλησίασε περισσότερο και
της χάιδεψε τα μαλλιά. Εκείνη έπιασε το χέρι του και το κράτησε στα δικά της.
Ύστερα τον αγκάλιασε και κόλλησε τα χείλη της στα δικά του. Ήταν το φιλί του
αποχαιρετισμού. Δεν θα τον ξανάβλεπε ποτέ πια. Το μήνυμα άνοιγε μια άλλη σελίδα
στη ζωή της και ήταν κάτι που περίμενε καιρό.
Έφυγε σαν να την κυνηγούσε κάποιος. Ο Άκης έτρεξε πίσω της
αλλά είδε την αέρινη σιλουέτα της να χάνεται στην καλοκαιρινή νύχτα.
Την άλλη μέρα πήγε λυπημένος στη δουλειά με ένα κενό και
ένα ερωτηματικό.
Άνοιξε το κινητό του και την είδε να χαμογελά στην οθόνη.
Από κάτω μια λεζάντα έγραφε: Αμαλία Ανδρέου ανακηρύχθηκε ως
το ωραιότερο τρανσέξουαλ μοντέλο παγκοσμίως.
Σιγγραφέας: Μαρία Κόνιαρη - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου