Αχ και έχω ασχοληθεί τόσο πολύ μαζί σου που βαριέμαι πάλι, αλλά καλά, κάτι θα πω. Λοιπόν, γειά σου επτάχρονο! Είμαστε στο 1995, ΠΑΣΟΚ, τα τελευταία χρόνια του Ανδρέα. Ωραία χρόνια! Αντικειμενικά, ωραία χρόνια! Γενικά, ξεγνοιασιά και ανεμελιά, που την μύριζες στις ορμόνες μας βρε παιδί μου. Άλλαζε φίλτρο το κάτοπτρο του ματιού, με άλλα μάτια και άλλη ματιά, όλοι και όλα. Θα μου πεις, στα επτά σου, τι έννοια να έχεις και τι μέλημα να σε βασανίζει.
Κάτσε, να λέμε και τα σωστά, πριν δυο χρόνια πέθανε ο πατέρας σου. Η μάνα σου είναι στην μαύρη την κατάθλιψη ακόμα. Και θα είναι, υπομονή, ως τα δεκαπέντε σου περίπου. Αν ακούσεις κανέναν Σωτήρη από την δουλειά, κάνε τον σταυρό σου, βρήκε γκόμενο και ησύχασες.
Ησύχασες, τρόπος του λέγειν. Η ησυχία μια κουβέντα είναι. Μην σου λέω και βλακείες, το ίδιο αποπνικτική θα είναι απέναντι σου, το ίδιο πατερίτσα θα θέλει να σε έχει. Απλώς, τότε με τον Σωτήρη, δεν θα έχει και τόσο πολύ χρόνο, θα την απασχολεί και εκείνος, κατάλαβες; Κατά τα είκοσι έξι σου αρχίζεις να ξεμπερδεύεις με το πνίξιμο της. Αλλά δε σου λέω πως. Να ιδρώσει και εσένα ο κώλος σου, όπως και εμένα, να μάθεις μόνος σου. Δεν στο λέω από κακία ή για να μην σε προφυλάξω, αλλά αν δεν βρέξεις κώλο, ψάρι δεν τρως, θα δεις.
Άσε τώρα τα της μάνας σου, μαμάκια και πάμε στα πιο δικά σου. Μόνο που δεν ξέρω, να αρχίσω από τα βαριά ή τα ανάλαφρα; Άντε ας αρχίσω από το σχολείο και τα χρόνια μετά, για να τελειώνουμε με το δράμα στηνα αρχή. Πρώτη Δημοτικού πρέπει να είσαι, την κυρία Βάσω πρέπει να έχεις. Κοίτα, ξέρεις ότι κάνεις καλά την φωνή της Βουγιουκλάκη (spoiler alert, του χρόνου πεθαίνει), θα σου ζητάει η κυρία Βάσω να της τραγουδάς κάθε πρωί Βουγιουκάκη, κάνε το.
Μωρέ γλυκούλη, σε λυπάμαι τώρα, γιατί αυτό θα σου επιφέρει (θα σε κάνει να έχεις, δηλαδή), πολύ σκληρές συμπεριφορές από τα παιδιά και θα σε λένε «αδερφή» μέχρι και το τέλος του Λυκείου. Αλλά, όχι, πάλι δεν είμαι κακός, άκουσε με. Πως να στο πω, είσαι και μικρός... Θα σου πω ένα παράδειγμα που λέω στους πελάτες μου.
Α! Γίναμε ψυχολόγος. Πίνεις νερό το ξέρω, ανοίγεις την βρύση, πας βάζεις και πίνεις. Φαντάσου λοιπόν τώρα, ότι είσαι στην Σαχάρα, στην έρημο και περπατάς μέρες χωρίς νερό, εξουθενωμένος. Ξαφνικά, βρίσκεις μπροστά σου μια πηγή με άφθονο νερό να τρέχει και πας πίνεις και ξεδιψάς. Σκέψου τώρα, ίδιο είναι να έχεις το νερό όποτε το θέλεις και ίδιο να το βρεις αφού σου έχει λείψει τόσο; Δεν είναι! Έτσι λοιπόν όταν έχει κάποιος περάσει δύσκολα, μετά τα όμορφα που του έρχονται μπορεί να τα δει και να τα εκτιμήσει, αλλιώς τα προσπερνά σαν δεδομένα.
Βασανίσου λοιπόν, δεν θα πάθεις τίποτα, κάτι κρίσεις πανικού για δυο χρόνια στα είκοσι δύο σου, αλλά θα φύγουν. Μια χάρη μόνο, σχετικά με όλο αυτό. Μην προσπαθήσεις να γίνεις σαν αυτούς, για να ταιριάξεις και να κάνεις παρέες. Παρέες εύκολα, για να σου πω τα νέα, δεν θα κάνεις ποτέ. Όχι όμως γιατί δεν σε θέλουν, δεν έχεις ενδιαφέρον και τέτοια. Αλλά γιατί σου κόβει, είσαι εύστροφος και βαριέσαι να ασχολείσαι με βλακείες.
Κυκλοφορεί η βλακεία σε μεγάλες δόσεις εκεί έξω και που είσαι ακόμα. Όχι ότι έχουν κάτι οι άνθρωποι, να τους συμπαθείς, καλοί είναι, αλλά έτσι είναι η φύση μας. Είναι εύκολη η βλακεία και ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει μεγάλη ροπή (τάση) να προτιμάει τα εύκολα. Ο δικός σου όχι! Και όχι γιατί είσαι έξυπνος ή κάτι τέτοιο, αλλά γιατί έχουμε φαντασία ρε συ.
Αυτή την φαντασία να την προσέχεις και να την αγαπάς με όλη σου την δύναμη. Αυτό που ζεις μέσα σε παραμύθι, αυτό που ζεις σαν να σε τραβάει κάμερα από κάπου και παίζεις σε ταινία, αυτό εννοώ. Μην τα εγκαταλείψεις ποτέ αυτά, είναι η δύναμη μας, στη ζωή, στη δουλειά, στα εύκολα, στα δύσκολα, ακόμα και στο σεξ (spoiler alert στα εννέα θα καταλάβεις τι είναι), παντού.
Εκεί, από τα εννέα λοιπόν, πηγαίνοντας στα ανάλαφρα τώρα, θα αρχίσεις να αναρωτιέσαι. Μου αρέσουν τα κορίτσια; Μου αρέσουν τα αγόρια; Μα είμαι ερωτευμένος με την Νάνσυ, γιατί κοιτάω τους κοιλιακούς του Γιάννη; Μα πέφτω χτυπιέμαι για την Κική, γιατί κάτι μου’ ρχεται με τον Παναγιωτόπουλο; Μα αφού είμαι αγόρι γιατί δεν μου αρέσει το ποδόσφαιρο; Γιατί οι άλλοι ακούνε psychedelic και εγώ Καιτούλα; Γιατί οι άλλοι είναι έτσι, πως να το πω, σαν κάτι να έχουν ρε παιδί μου, σαν να ψήφισαν οι “θαλασσοψυχούλες” τους και εγώ είμαι μέσα στο κέφι και κάνω πλάκες; Γιατί ενώ μου αρέσει να παίζω με τα αγόρια, τα βαριέμαι και κάνω πιο πολύ παρέα με τα κορίτσια; Γιατί το ένα; Μα πως το άλλο;
Για όλα τα παραπάνω μία είναι η απάντηση. Χεστήκαμε αγάπη μου! Όλα αυτά είναι απολύτως φυσιολογικά, αυτό να ξέρεις. Και πως όλα αυτά μαζί, μια χαρά συνδυάζονται. Μην κάθεσαι να τα σκέφτεσαι, θα χάσεις απλά χρόνο. Ούτε να τα αλλάξεις μπορείς, αλλά και όταν φτάσεις τα χρόνια μου θα καταλάβεις ότι ούτε και θα ήθελες τελικά ποτέ να τα αλλάξεις.
Γιατί η ζωή είναι τόσο απλή, όσο αλήθεια δεν ξέρω να σου περιγράψω πόσο. Αλλά δεν ξέρω να σου το περιγράψω, γιατί φάγαμε και ακόμη ανά καιρούς τρώμε, πολλά σκατά. Για να το μάθουμε αυτό και να βιώσουμε πως είναι η ζωή στην απλότητα της, φάγαμε καλά. Ίσως το ακούς βαρετό τώρα εσύ το απλό, αλλά δεν είναι, πίστεψε με. Είναι σαν το τέλος από τον “Βασιλιά των λιονταριών”, που ξέρω σου αρέσει. Έχει μια γλύκα, μια ηρεμία, ότι μετά την περιπέτεια, παίρνει αυτό που του αξίζει.
Γιατί και εσύ το αξίζεις, να το θυμάσαι θα πω, μιας και ήδη το ξέρεις. Μακάρι να το ήξεραν όλοι, θα ήταν η ζωές μας καλύτερες. Σε αγαπάω! Μην περιμένεις πολλά από εμένα, αλλά να με αγαπάς και εσύ κάθε φορά, έστω και αν σε απογοητεύω. Θα περάσουμε καλά, εν τέλει, καλά. Λύσσαξα! Τελικά πάλι είχα να σου πω πάλι πράγματα. Τελευταίο, σε ένα χρόνο θα γνωρίσεις την Νάλα, ένα μποξεράκι, ζούληξε την πάρα πολύ από εμένα, μου έλειψε πολύ η βλαμμένη. Σε σκέφτομαι.Συγγραφέας: Παναγιώτης Γιώργος Καραδάκης – Σπουδαστής Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου