Άνοιξα τα μάτια μου
απότομα. Το φως του ήλιου εισχώρησε ύπουλα από το παντζούρι. Κοίταξα το ταβάνι,
μοναδικό μου σύντροφο σε αυτό το δωμάτιο. Πόσο καιρό είμαι κλεισμένη εδώ; Ένα
μήνα; Ένα χρόνο; Δεν έχω ιδέα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι κάθε μέρα πρέπει να
τη φροντίζω. Την ακούω να με φωνάζει, να με αναζητά. Κάθεται συνέχεια στην ίδια
θέση στο σαλόνι, μέρα νύχτα. Η στριγκιά φωνή της με τρελαίνει. Μόνο τη νύχτα
βρίσκω λίγη ησυχία. Μόνο τότε ανακουφίζομαι. Από το λυκαυγές νιώθω τον φόβο να
εμφιλοχωρεί μέσα μου. Και όσο οι αχτίνες του καταραμένου ήλιου χτίζουν την
κυριαρχία τους στον ουρανό, τόσο εγώ παρακαλώ το σκοτάδι να γεμίσει τον κόσμο
με την παρουσία του.
Σηκώθηκα μετά βίας από το κρεβάτι μου. Η επιτακτική της φωνή δεν μου άφηνε περιθώρια. Έβαλα κάτι πρόχειρο πάνω μου και κατευθύνθηκα στο σαλόνι. Το βλέμμα της ήταν καρφωμένο πάνω μου όπως πάντα. Ακίνητη και αιώνια καθόταν στην αγαπημένη της πολυθρόνα. Της πήγα το τσάι με τις φρυγανιές. Σιωπηλή άρχισε να τις τρώει κάνοντας θόρυβο ακόμα κι όταν ρουφούσε το τσάι της. Με αηδίαζε. Με τρόμαζε. Αλλά δεν το έδειχνα. Είχα ορκιστεί ότι θα δάγκωνα τα χείλη μου, θα έσφιγγα τα χέρια μου, αλλά δεν θα της έδειχνα ποτέ πόσο με φόβιζε. Έτσι ήμουν από μικρή. Μου φερόταν σκληρά και απάνθρωπα, σαν να μην ήμουν κόρη της, σαν να ήμουν μια δυσάρεστη παρένθεση, ένα σιχαμερό σκουλήκι που έπρεπε να βγάλει απλά από τη μέση. Χρόνια ολόκληρα έσπαγε κουτάλες στην πλάτη μου, με χτυπούσε με όποιο αντικείμενο έβρισκε μπροστά της, αρκεί να με πονούσε. Και εγώ έπνιγα το κλάμα μου και ορκιζόμουν την εκδίκηση μου.

Συγγραφέας: Ευαγγελία Πέτρογλου - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου