Η πιο όμορφη εποχή του χρόνου.
Το τραγουδούν σε όλο τον κόσμο και το τραγουδώ κι εγώ. Δηλαδή… το τραγουδούσα.
Ήμουν ερωτευμένος με αυτή την εποχή, όλα της, όλα της τα λάτρευα.
Τα φώτα έκαναν τον δρόμο πιο
όμορφο, η διάθεση φαινόταν αλλαγμένη στα πρόσωπα του κόσμου και δεν
καταλάβαινα. Δε μπορούσα να χαμογελάσω μαζί τους, να γιορτάσω και να
τραγουδήσω. Δε μπορούσα να ερωτευτώ τη γιορτή των Χριστουγέννων. Όχι πια.
Σπάνια θα χιόνιζε αυτές τις
γιορτινές μέρες. Από μικρός το είχα παράπονο –ανάμεσα στα πολλά που είχα. Φέτος
όμως χιόνισε, χιόνισε πολύ, μόνο για να μου θυμίσει πως θα τα είχα όλα.
Νευρίασα πολύ τη στιγμή που τα ήθελα όλα δικά μου. Τι να έκανα όμως. Άνθρωπος
είμαι. Άνθρωπο έχασα, έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου, έχασα τη ζωή που
ήξερα, έχασα τη δύναμή μου.
Κοίταξα για μια στιγμή τον
δρόμο. Μια γυναίκα έτριψε τα χέρια ενός παιδιού για να ζεσταθούν. Σα να το
φαντάστηκα, δε μπορούσε να είναι τόσο ειρωνική αυτή η στιγμή. Γιατί τώρα, εδώ,
δίπλα στην αναμμένη τη φωτιά, θα ζεσταίναμε κι οι δυο τα χέρια μας και το σπίτι
θα μύριζε καβουρντισμένα αμύγδαλα. Το έλεγε συνέχεια πως αν ήταν άρωμα, θα ήταν
αυτό.
Ήταν για μένα η οικογένειά μου
ολόκληρη. Ήταν δίπλα μου όταν κανείς άλλος δεν ήταν και στάθηκε να με
αγκαλιάσει όταν κανείς δεν ήθελε να αγκαλιάσει εκείνη. Ήμαστε οι δυο μας και
δεν ήθελα τίποτα άλλο. Μόνο να είναι εδώ, να ζεστάνουμε τα χέρια μας, να
βάζουμε κάθε τρελό υλικό στις συνταγές μας και να γελάμε τρώγοντας τελικά πίτσα.
Μέσα στην τόση μοναξιά, για
πόσο θα είχα ζωντανές τις αναμνήσεις μου; Για πόσο θα μπορούσαν να με
ζεστάνουν; Βλέπεις, είμαι μικρός. Όσο κι αν ήξερα πως εγώ την κρατούσα δυνατή,
είμαι μικρός, μόνο ένα παιδί είμαι. Δίπλα σε ποιον να μεγαλώσω αν όχι δίπλα στη
μάνα μου; Πάντα μου έλεγε πως είμαι πιο ώριμος από την ηλικία μου. Ίσως αυτά τα
16 χρόνια ζωής να είναι ολόκληρη η ζωή κάποιου άλλου κι αν δεν είναι… Κι αν δεν
είναι… Δε με νοιάζει.
Γι’ αυτό Άγιε μου, τώρα που
σταμάτησες κι από αυτό το σπίτι φέτος, μην αφήσεις δώρο, μην αφήσεις τίποτα.
Μόνο φάε αυτά τα κουλουράκια, μπορεί να μην είναι νόστιμα, αλλά τα έφτιαξα όπως
θυμόμουν. Και πιες το γάλα, θα ναι κρύο μέχρι τώρα μα… Κι όταν είσαι έτοιμος να
φύγεις, βάλε στο σάκο σου κι εμένα. Πάρε με Άγιε μου Βασίλη. Πάρε με και άσε με
όπου ξέρεις εσύ. Άσε με όπου ξέρεις, πως θα είναι πιο κοντά στη μάνα μου.
~~~~~~~~~
Το
κείμενο δραματοποιήθηκε για τις ανάγκες της φιλανθρωπικής παράστασης "Ο
Άγιος Βασίλης φέτος έρχεται με... λεωφορείο" που έγινε στις 20 Δεκεμβρίου 2015.
Κείμενο: Δανάη Δημητρακοπούλου.
Σκηνοθεσία: Μαρία Κούτσου.
Ερμηνεύει: Βάσια Κοντοσώρου.
Υπεύθυνη σκηνοθεσίας: Ζένια Χρυσανίδου
Λογοτεχνική επιμέλεια: Αντιγόνη Πόμμερ
Οργάνωση παραγωγής: Παναγιώτης Καποδίστριας
Ευχαριστίες στους Χάρη και Βαγγέλη Λαζαρόπουλο,
από την ομάδα «Παλαιά Ελληνικά
Λεωφορεία», για την ευγενή παραχώρηση λεωφορείων της συλλογής τους, για
τους σκοπούς της φιλανθρωπικής παράστασης.
Παραγωγή
Εργαστήρι δημιουργικής γραφής Tabula Rasa
http://www.tabula.gr
Στις
20 Δεκεμβρίου 2015, στο αμαξοστάσιο Ερμού και Πειραιώς, στον Κεραμεικό,
μέσα σε σταθμευμένα λεωφορεία παλαιού τύπου, δόθηκαν παραστάσεις από τους
σπουδαστές του τμήματος Υποκριτικής, σε κείμενα και σκηνοθεσία των σπουδαστών
των τμημάτων Δημιουργικής Γραφής και Σκηνοθεσίας, αντίστοιχα.
Οι
πρωτοποριακές παραστάσεις, έγιναν μέσα στο λεωφορείο του Άγιου Βασίλη, με ένα
δωράκι για τα παιδιά από τα «Παιδικά Χωριά SOS», αντί εισιτηρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου