Από
τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, ήθελα να μάθω. Το είχα ανάγκη. Έπρεπε να ξέρω όλη
την αλήθεια. Ήταν δικαίωμα μου. Ήθελα να με γνωρίσω καλύτερα, να με αγαπήσω. Να
δέσω τα κομμάτια μου. Αλλά εσύ δεν μίλαγες. Προσπαθούσες να το αποφύγεις. Ακόμα
και όταν επέμενα. Ακόμα και όταν έβαζα τα κλάματα. Και σε παρακαλούσα.
Όταν με πήγες στο σπίτι της γιαγιάς για να
ζήσω μαζί της, δεν μίλησα. «Είναι για το καλό σου» μου είπες και συμφώνησα.
Μάλλον. Δεν στεναχωριόμουν όταν ερχόσουν μόνο Χριστούγεννα και Πάσχα για να με
δεις. Ούτε όταν ξεχνούσες να μου ευχηθείς στη γιορτή ή στα γενέθλια μου. Τα
δέχτηκα όλα.
Δεν
με αγαπούσες έτσι; Ποια μητέρα μπορεί και ζει μακριά από το παιδί της; Ποια
μητέρα δεν θέλει να αγκαλιάζει την μοναχοκόρη της, να την φροντίζει, να της
διαβάζει παραμύθια; Να την βλέπει να μεγαλώνει; Είμαι σίγουρη πια. Ποτέ δεν με
αγάπησες. Αν με αγαπούσες έστω και λίγο, θα μου έλεγες ποιος είναι ο αληθινός
μου πατέρας. Ποτέ δεν μου έδωσες κάποια απάντηση.
Ήθελα
να ήξερα τι φοβόσουν και δεν μου μίλαγες για τον πατέρα μου. Μήπως τον
συναντούσα και τον αγαπούσα περισσότερο από σένα; Ή μήπως η αγάπη του πατέρα
μου για μένα ήταν πιο δυνατή από την δική σου; Αυτό λοιπόν ήταν; Μου στέρησες
το δικαίωμα να γνωρίσω τις ρίζες μου από απλό εγωισμό;
Αν
σε μισώ; Αυτό θέλεις να μάθεις; Ίσως και να το έκανα, αν δεν είχα τον θείο
Στέφανο όλα αυτά τα χρόνια. Αυτός αναπλήρωσε το κενό των γονιών που δεν είχα.
Ήταν ο πατέρας που δεν γνώρισα ποτέ. Το στήριγμα μου. Ο φύλακας- άγγελος μου. Το
χέρι που σκούπιζε τα δάκρυα μου στις πρώτες ερωτικές μου απογοητεύσεις. Αυτός
ήταν που πανηγύριζε στο πρώτο μου καλάθι σε ένα παιχνίδι μπάσκετ. Ήταν ο ήρωας
μου. Χάρη σε αυτόν, σταμάτησα να ψάχνω να βρω τον αληθινό μου πατέρα. «Μη
ψάχνεις το παρελθόν, ζήσε μόνο το παρόν» συνήθιζε να μου λέει ο θείος Στέφανος
και αυτό έκανα.
Δεν
ήθελα να μάθω την πραγματική ταυτότητα του πατέρα μου, ούτε και όταν έφυγες από
την ζωή εσύ μαμά. Δεν ξέρω το γιατί. Μετά από τόσα χρόνια, τρόμαζα να μάθω
ποιος ήταν ο πραγματικός μου πατέρας. Είχα μεγαλώσει κιόλας. Ίσως πια να μη
χρειαζόμουν έναν πατέρα στη ζωή μου.
Ίσως
πάλι δεν ήθελα να χάσω την αγάπη του θείου Στέφανου. Ήταν τόσο παράξενος,
ώρες-ώρες. Ποτέ δεν με απέτρεψε να ψάξω για τον πατέρα μου, αλλά φαινόταν πως
δεν ήθελε να ψάξω. Το έβλεπα στα μάτια του κάθε φορά που μιλούσα για τον πατέρα
μου. Δάκρυζε και προσπαθούσε να αλλάξει κουβέντα. Σου είπα, τον αγαπούσα πολύ,
δεν ήθελα να τον στεναχωρώ. Με τον καιρό, έπεισα τον εαυτό μου να μη μιλάει για
τον πατέρα μου, να μη τον ψάχνει. Τα κατάφερα. Και ο θείος ήταν πολύ περήφανος
για μένα. Συνέχισα τις σπουδές και τις ολοκλήρωσα. Ο θείος ήταν στις πρώτες
καρέκλες στη ορκωμοσία μου και μέχρι τώρα θυμάμαι πόσο συγκινημένος ήταν. Και
εγώ ήμουν πολύ ευτυχισμένη που είχα αυτόν δίπλα μου.
Είμαι
εδώ και ώρες στο μνήμα σου μητέρα και σου μιλάω. Νομίζω πως αυτή εδώ είναι η
πιο μεγάλη συζήτηση που κάναμε ποτέ. Μου αρέσει όμως. Ήρθα για να σου πω πως πριν λίγες μέρες
πέθανε ο θείος Στέφανος. Ανακοπή καρδιάς είπαν οι γιατροί. Ποτέ δεν πίστευα πως
μπορούσε να αρρωστήσει και να πεθάνει. Πίστευα πάντα πως ήταν άτρωτος. Με το
θάνατο του έχασα ένα κομμάτι από τον εαυτό μου. Πενθώ και δεν ξέρω πότε και αν
θα το ξεπεράσω ποτέ. Ο θείος δεν έκανε άλλη οικογένεια. Έτσι στη κηδεία του
ήμουν μόνο εγώ και κάποιοι λιγοστοί φίλοι του.
Όταν
μάζεψα τα πράγματα του, βρήκα ένα γράμμα. Στο φάκελο έγραφε «Για την Έλλη».
Ήταν για μένα. Δεν το έχω διαβάσει ακόμα. Δεν είμαι σίγουρη αν μπορώ να το
κάνω. Φοβάμαι να το ανοίξω. Φοβάμαι πως θα μου αποκαλύψει το όνομα του πατέρα
μου. Δεν θέλω να το μάθω. Αλλά πρέπει. Τώρα πια πρέπει να ξέρω. Γι αυτό ήρθα
εδώ. Δεν ήθελα να είμαι μόνη. Δίπλα σε σένα θα ανοίξω το φάκελο.
Όχιιι…
Δεν μπορεί να είναι αλήθεια. Πες μου μαμά πως δεν είναι αλήθεια. Σε παρακαλώ!
Πες το! Δεν μπορεί να το έκανε αυτό ο θείος Στέφανος. Δεν μπορεί να είναι αυτός
ο αληθινός πατέρας μου. Δεν ξέρω τι να πω. Τα έχω χαμένα. Θέλω να ουρλιάξω. Να
με ακούσουν όλοι. Να βγάλω τα πένθιμα ρούχα που φοράω. Δεν αξίζει να πενθείς
για ένα τέρας. Τα εξηγεί όλα στο γράμμα του. Για τις φορές που κλεινόταν μαζί
σου στο δωμάτιο. Για τις φορές που τον παρακαλούσες να σταματήσει. Και για την
μέρα που μίλησες στη μητέρα σου για την
εγκυμοσύνη και αυτή αντί να σε στηρίξει σε έδιωξε από το σπίτι και κράτησε
δίπλα της, τον γιο της. Αυτόν που σου έκανε τόσο μεγάλο κακό.
Γιατί
μαμά δεν μου μίλησες ποτέ; Γιατί με άφησες να μεγαλώσω πλάι στον βιαστή σου;
Γιατί με άφησες να τον αγαπήσω τόσο πολύ; Πόσο ανόητη ήμουν. Πώς δεν κατάλαβα
ποτέ τίποτα; Πώς και δεν παρατήρησα το τέρας που έκρυβε μέσα του τόσα χρόνια;
Και τώρα; Τι θα κάνω από εδώ και πέρα; Φοβάμαι μαμά. Φοβάμαι πολύ. Θα συνέλθω
ποτέ; Θα τα ξεχάσω όλα αυτά κάποτε; Συγγνώμη μαμά που σε πίεζα για να μου πεις
την αλήθεια. Συγγνώμη. Μακάρι να μη μάθαινα ποτέ τίποτα.
Συγγραφέας: Μαίρη Κάντα - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου