«Θέλεις λίγο ακόμα κρασί;» της πρόσφερε κοιτώντας τη στα
μάτια.
«Όχι, σε ευχαριστώ. Έχω φωτογράφιση αύριο και ήδη το έχω
παρακάνει» απάντησε ανταποδίδοντας ένα τρυφερό βλέμμα.
«Καταλαβαίνω. Βρε Μαργαρίτα μου περάσανε τα χρόνια και είσαι
τόσο όμορφη. Σε θυμάμαι από τότε, μάζευες τα κορίτσια και παίζατε next top
model. Και σήμερα είσαι ένα καταξιωμένο, επιτυχημένο μοντέλο. Μπράβο» είπε
κουνώντας το ποτήρι και ήπιε μια γουλιά στην υγειά της.
«Σε ευχαριστώ. Και εσύ όμως μια χαρά τα κατάφερες. Έγινες
αστυνομικός και κούκλος. Αν δε με χαιρέταγες, δε θα σε γνώριζα»
«Σιγά. Δεν έκανα τίποτα σπουδαίο» απάντησε ελαφρώς
κοκκινισμένος.
«Ε πως... Έχασες τριάντα κιλά, έβγαλες τα σιδεράκια, τα
γυαλιά, άλλαξες στυλ. Μπράβο θέλει μεγάλη προσπάθεια. Είχες στήριξη;
«Ναι. Στο πανεπιστήμιο μια κοπέλα με παρακίνησε να αλλάξω
και με στήριξε σε όλη μου την πορεία.»
«Ααα τι κοπέλα;» ρώτησε με γουρλωμένα μάτια.
«Όχι-όχι» είπε γελώντας ο Αλέξανδρος. «Δεν είναι αυτό που
νομίζεις. Φίλοι ήμασταν μόνο και μάλιστα έχουμε χαθεί τώρα αλλά της χρωστάω
πολλά» συνέχισε.
«Και στα προσωπικά σου πως είσαι αυτή την περίοδο;»
«Ελεύθερος. Έχω αφοσιωθεί στη δουλειά μου. Εσύ;»
«Και εγώ ελεύθερη» απάντησε με κάποια ικανοποίηση.
Το δείπνο των δυο παλιών συμμαθητών συνεχίστηκε μέχρι τα
μεσάνυχτα. Η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή και
οι δυο τους γελούσαν και συζητούσαν ατελείωτα. Έφυγαν από το εστιατόριο και
υποσχέθηκαν να τα λένε που και που.
Την επόμενη μέρα ο Αλέξανδρος ξύπνησε νωρίς ως συνήθως και
πήγε στο τμήμα όπου εργαζόταν. Τον περίμενε ένα δέμα στο γραφείο του. Το άνοιξε
προσπαθώντας να μην δείξει την ταραχή του. Είχε μέσα ένα ροζ νύχι με άσπρες
ρίγες και ένα σημείωμα. Το σημείωμα έγραφε: «Έχεις 48 ώρες να τη σώσεις, μην δω
στα μέσα τίποτα. Θα μιλάμε τηλεφωνικά». Το μυαλό του είχε σταματήσει. Κάθισε
στην καρέκλα και έπιασε προβληματισμένος το κεφάλι του. Πως θα γινόταν να
κρύψει μια απαγωγή μέσα σε ένα αστυνομικό τμήμα; Και ποιόν είχαν απαγάγει και
του ζητούσαν να τον σώσει; Ρίχνοντας μια ματιά στο νύχι θυμήθηκε τη χτεσινή του
έξοδο με τη Μαργαρίτα. Το νύχι ήταν δικό της. Κάποιος είχε απαγάγει τη
Μαργαρίτα και έδινε 48 ώρες στον Αλέξανδρο για να τη σώσει. Ο χρόνος έτρεχε μα
δε μπορούσε να κάνει τίποτα. Περίμενε τηλεφώνημα. Πέταξε το νύχι στα σκουπίδια.
Μετά από λίγα λεπτά του ήρθε ένα μήνυμα στο κινητό. Ήταν μια φωτογραφία.
Έδειχνε τη Μαργαρίτα δεμένη με κλειστά μάτια αναίσθητη. Ο Αλέξανδρος μπορούσε
να διακρίνει ένα παράθυρο πίσω της όπου φαινόταν μια λίμνη. Το βίντεο
ακολουθούσε και ένα μήνυμα το οποίο έγραφε το εξής «1995 και 2008». Ο
Αλέξανδρος ήταν τελείως μπερδεμένος. Χρειαζόταν κάποιον με καθαρό μυαλό για να
τον βοηθήσει. Απευθύνθηκε στον φίλο και συνάδελφο του Ανδρέα. Ο Ανδρέας του
υποσχέθηκε πως για λίγο δε θα πει τίποτα. Αλλά αν δεν σώσουν την κοπέλα μόνοι
τους μέσα στο επόμενο εικοσιτετράωρο θα αναγκαστεί να το μεταφέρει γιατί δε
γίνεται οι δυο τους να κουβαλάνε το βάρος μιας ζωής.
«Και τι ώρα ήρθε το δέμα;»
«7:30 ήμουν στο γραφείο και ήταν εκεί.»
«1995 και 2008...τι να εννοεί ο ποιητής... Ας ξεκινήσουμε
από παλιά. Το 1995 πηγαίνατε τρίτη λυκείου. Θυμάσαι κάτι χαρακτηριστικό αυτή τη
χρονιά; Έγινε κάτι συνταρακτικό;» ρώτησε σαν να είχε μια θεωρία στο μυαλό του ο
Ανδρέας.
«Όπως ξέρεις φίλε μου ήταν μια κακή σχολική χρονιά για
εμένα. Είχα πάρει πολλά κιλά λόγω άγχους για τις πανελλήνιες και η
καθημερινότητα μου ήταν μια κόλαση. Μου έκαναν τρομερό μπούλινγκ. Ειδικά όταν
έμαθαν ότι αγαπούσα τη Μαργαρίτα. Δε θέλω να θυμάμαι τίποτα από τότε. Όσον
αφορά γενικά αν έγινε κάτι, είχαμε πάει ένα σαββατοκύριακο εκδρομή στο Μαραθώνα»
απάντησε σκύβοντας το κεφάλι από ντροπή.
«Ναι φίλε μου ξέρω. Συγγνώμη που σε βάζω να θυμηθείς όλα
αυτά μα πρέπει να ξεκινήσουμε από κάπου» του απάντησε χτυπώντας τον
παρηγορητικά στην πλάτη. «Και όσον αφορά το 2008 ξέρεις κάτι που συνέβη στη ζωή
της Μαργαρίτας;»
«Όχι. Δεν είχαμε επαφές τότε»
«Μάλιστα. Εντάξει ήταν γνωστή τότε οπότε ίσως κάποιο άρθρο,
δημοσίευση στο ίντερνετ μας βοηθήσει. Πήγαινε να ηρεμήσεις τώρα, να σκεφτώ και
εγώ λίγο και θα τα πούμε σε λίγο.»
Ο Αλέξανδρος έφυγε σιωπηλός. Η ταραχή του ήταν φανερή. Σαν
να αγχώθηκε περισσότερο μετά τη συζήτηση με τον Ανδρέα. Η ώρα περνούσε και στη
σκέψη ότι η Μαργαρίτα κινδύνευε ο Αλέξανδρος έτρεμε. Πηγαινοερχόταν νευρικά στο
γραφείο και κοίταζε συνέχεια το κινητό του. Ώσπου, ήρθε ένα ακόμα μήνυμα μαζί
με μια φωτογραφία. Η φωτογραφία έδειχνε τη Μαργαρίτα με αίμα, γρατζουνιές και
εγκαύματα στο πρόσωπο. Ο απαγωγέας της είχε σπάσει και τα δυο μπροστινά δόντια.
Το μήνυμα που συνόδευε το βίντεο έγραφε «μιάμιση μέρα ακόμα, για να αλλάξει η
ζωή ενός ανθρώπου». Ο Αλέξανδρος σηκώθηκε αναστατωμένος για να πάει στον Ανδρέα
μα τον πρόλαβε μπαίνοντας στο γραφείο του.
«Τι έπαθες φίλε μου;» τον ρώτησε ανήσυχος ο Ανδρέας. Ο
Αλέξανδρος του έδωσε το κινητό μη μπορώντας να βγάλει μιλιά. Ο Ανδρέας είδε το
μήνυμα και ρώτησε τον Αλέξανδρο αν είχε καμία ιδέα για το που μπορεί να
βρισκόταν η Μαργαρίτα. Η απάντηση του Αλεξάνδρου ήταν αρνητική. Επικράτησε
σιωπή στο γραφείο μέχρι που ο Ανδρέας ρώτησε γιατί έβγαλε τις φωτογραφίες από
τον τοίχο ο Αλέξανδρος. Ο Αλέξανδρος σάστισε για λίγο με την ερώτηση μα
απάντησε πως είχαν φθαρεί και είχαν χάσει τη ζωντάνια και την ομορφιά τους.
«Βρήκες κάποια λύση; Δεν αντέχω άλλο. Δε μπορώ να σκεφτώ
καθαρά και νιώθω χειρότερα που κάθομαι άπραγος».
«Βρήκα κάτι. Και με την τελευταία φωτογραφία ενισχύεται η
υποψία μου. Το 2008 είχε μια σχέση η Μαργαρίτα. Σε αρκετές σελίδες γράφουν ότι
εκείνος ήταν αρραβωνιασμένος και χώρισε τη σύντροφο του για τη Μαργαρίτα».
«Πως σχετίζεται αυτό με την απαγωγή;»
«Βιάζεσαι. Σε μια σελίδα ενώ υπήρχε ο τίτλος που αφορούσε
αυτήν την πληροφορία για τη Μαργαρίτα δεν υπήρχε το άρθρο. Οπότε υπέθεσα πως
για κάποιο λόγο κατέβασαν το άρθρο. Πήρα τηλέφωνο στο περιοδικό και με πίεση
κατάφερα να επικοινωνήσω με τη δημοσιογράφο που ασχολήθηκε με το θέμα. Το άρθρο
κατέβηκε διότι η σύντροφος του πρώην της Μαργαρίτας το ζήτησε. Το ζήτησε διότι
η δημοσιογράφος είχε εντοπίσει μια πολύ προσωπική πληροφορία. Ότι εκείνη η
κοπέλα ήταν έγκυος και από την ταραχή της που τη χώρισε ο σύντροφος της
απέβαλλε».
«Δηλαδή υποψιάζεσαι ότι η κοπέλα αυτή απήγαγε τη Μαργαρίτα
για εκδίκηση».
«Ακριβώς. Η Μαργαρίτα είναι μια πανέμορφη κοπέλα και σου
έστειλαν μια φωτογραφία που την έχουν βλάψει στο πρόσωπο. Μια γυναίκα θα έκανε
κάτι τέτοιο για εκδίκηση, για να μη τη θέλει κανένας άνδρας».
«Το ερώτημα είναι που μπορεί να κρύβει αυτή η κοπέλα τη
Μαργαρίτα».
«Αν το ήξερα αυτό, δε θα είμασταν εδώ τώρα. Πάντως η κοπέλα
αυτή είναι πολύ επικίνδυνη.
Έχασε σύντροφο και παιδί εξαιτίας της Μαργαρίτας.
Ενδεχομένως να την παρακολουθούσε, να σας πέρασε για ζευγάρι και για αυτό να σε
έμπλεξε στο σχέδιο της. Θέλει να νιώσεις όπως εκείνη όταν έχασε το σύντροφο της».
«Δηλαδή πιστεύεις ότι εκείνη η κοπέλα θέλει να τη σκοτώσει;
Όχι απλώς να την τιμωρήσει;»
«Ναι πιστεύω ότι είναι ικανή για όλα. Πιστεύω πως σε 36 ώρες
η Μαργαρίτα θα είναι νεκρή».
Στα λόγια αυτά ο Αλέξανδρος βούρκωσε. Έριξε μια μπουνιά στο
γραφείο και βγήκε έξω χωρίς να πει λέξη στον Ανδρέα. Μπήκε στο αυτοκίνητο του
και σε μισή μόλις ώρα βρέθηκε σε μια έρημη κατοικία στο Μαραθώνα. Χτύπησε την
πόρτα και του άνοιξε μια κοπέλα.
«Τελείωσε την αφήνουμε ελεύθερη». Της είπε κοφτά ψάχνοντας
τη Μαργαρίτα με τα μάτια του.
«Το ήξερα πως ποτέ δε την ξεπέρασες. Ήμουν σίγουρη ότι θα
έκανες πίσω. Αλλά δε με νοιάζει. Θα σκοτώσω και εσένα. Δε θα σας αφήσω να
φύγετε μαζί και να ευτυχίσετε».
«Όλγα, τι εννοείς θα σκοτώσεις και εμένα; Που είναι η
Μαργαρίτα;» Τη ρώτησε με τρεμάμενη φωνή.
Η Όλγα έμεινε σιωπηλή. Ο Αλέξανδρος σπρώχνοντας τη πήγε στο
υπνοδωμάτιο. Η Μαργαρίτα ήταν δεμένη στο κρεβάτι και σε όλο της το σώμα είχε
πληγές. Πέθαινε αργά και βασανιστικά από αιμορραγία. Ο Αλέξανδρος έκλαιγε και
της ζήταγε συγγνώμη.
«Δεν είχαμε συμφωνήσει κάτι τέτοιο. Να εκδικηθούμε είχαμε
πει, να νιώσει μόνη και ανήμπορη. Όχι να πεθάνει».
Τότε η Όλγα έβγαλε ένα όπλο και σημάδεψε τον Αλέξανδρο. Τη
στιγμή που πήγε να πυροβολήσει ακούστηκε ένας άλλος πυροβολισμός. Η Όλγα
ταράχτηκε και το όπλο της έπεσε.
«Πέσε κάτω με τα χέρια ψηλά» φώναξε ο Ανδρέας.
«Φίλε μου» φώναξε ο Αλέξανδρος.
Ήταν φανερά ανακουφισμένος. Δε τον ένοιαζε το ότι θα πάει
φυλακή. Τον ένοιαζε μόνο να ζήσει η Μαργαρίτα. Την πήρε αμέσως στο αυτοκίνητο
του και την πήγε στο νοσοκομείο. Ο Ανδρέας πήρε την Όλγα στο τμήμα. Ο
Αλέξανδρος αφού σιγουρεύτηκε για την ασφάλεια της Μαργαρίτας πήγε στο τμήμα. Οι
αστυνόμοι του φόρεσαν αμέσως χειροπέδες. Ο Ανδρέας δεν είχε πει τίποτα. Η Όλγα
είπε τα πάντα για το σχέδιο τους. Πριν πάει στη φυλακή ο Αλέξανδρος συναντήθηκε
με τον Ανδρέα.
«Καταλαβαίνω ότι με παρακολούθησες. Μα δε καταλαβαίνω γιατί.
Πως υποπτεύθηκες ότι ήξερα που βρίσκεται η Μαργαρίτα;»
«Φίλε μου. Ξέρω πολύ καλά ότι και εσύ είχες κίνητρο να
κάνεις κακό στη Μαργαρίτα. Σε απέρριψε στο λύκειο, σου έκανε και αυτή
μπούλινγκ. Και δεν έπαψες ποτέ να την αγαπάς. Για αυτήν άλλαξες. Για να της
αρέσεις. Επίσης οι φωτογραφίες που έβγαλες από το γραφείο. Σε μια φωτογραφία
υπήρχε ακριβώς το πλάνο που φαινόταν και στις φωτογραφίες της Μαργαρίτας. Σκέφτηκα
ότι ήταν τυχαίο. Δηλαδή, είχες την εικόνα από την εκδρομή σου τότε στο Μαραθώνα
και μέσα στην ταραχή σου δεν έκανες τη σύνδεση. Αλλά μου είπες και ένα ψέμα
όσον αφορά το δέμα. Υπήρχε μια ετικέτα πάνω στο κουτί από τη μεταφορική που μας
εξυπηρετεί συχνά. Ωστόσο, η μεταφορική αυτή ξεκινάει στις οκτώ το πρωί και εσύ
είπες ότι 7:30 ήρθες και ήταν ήδη εδώ το δέμα. Άρα, εσύ το έφερες το πρωί. Εν
τέλει πόνταρα στην αδυναμία σου για τη Μαργαρίτα. Πίστεψα πως στην υποψία ότι
θα τη σκοτώσει η συνέταιρος σου θα με οδηγούσες σε αυτήν, όπως και έγινε».
«Ανδρέα, όπως και να έχει σε ευχαριστώ πολύ. Αν δε με
ακολουθούσες θα είμασταν και οι δυο νεκροί».
«Δε καταλαβαίνω όμως γιατί τα μηνύματα και γιατί ήρθες σε
εμένα».
«Γιατί πιστέψαμε πως θα το διέδιδες και θέλαμε να διαδοθεί
το γεγονός και οι εικόνες ώστε να μη βρίσκει δουλειά η Μαργαρίτα λόγω της νέας
της εμφάνισης και εξαιτίας του κινδύνου που θα ένιωθαν οι πελάτες της. Αλλά
αποδείχθηκες πολύ έξυπνος και σε ευχαριστώ για άλλη μια φορά που την έσωσες».
Συγγραφέας: Χριστίνα Δημογιώργη – Σπουδάστρια Tabula Rasa