Γεννήθηκε στην Αλυκή
κι ήταν νόστιμο πολύ
Οι άνθρωποι το αγαπούσαν
μα όταν πείναγαν το κυνηγούσαν
Το φαΐ να νοστιμίσει
Τη γλώσσα τους να ευχαριστήσει
Τα μεσημέρια και τα βράδια
κρυβόταν πάντα στα σκοτάδια
Έβγαινε έξω την αυγή
μα φοβόταν τη βροχή
κι έτσι μπήκε σ’ ένα πλοίο
για να πάει στην Αφρική
Στο πλοίο συνάντησε ένα σκύλο
κι είπε «γνώρισα ένα φίλο!»
Του κουνούσε την ουρά
του ‘ριξε και μια γλυψιά
μα απ’ τα σάλια το Αλατάκι
έχασε το ένα αυτάκι.
Ο σκύλος δίψασε πολύ
κι έτρεξε νερό να πιει
κι είπε «γνώρισα ένα φίλο!»
Του κουνούσε την ουρά
του ‘ριξε και μια γλυψιά
μα απ’ τα σάλια το Αλατάκι
έχασε το ένα αυτάκι.
Ο σκύλος δίψασε πολύ
κι έτρεξε νερό να πιει
Το ανθρωπάκι από αλάτι
δίχως φίλους και αγάπη
έκατσε σε μια γωνιά
μακριά από σάλια και νερά
Τη θάλασσα έβλεπε όλη μέρα
που του ‘λεγε «Έλα εδώ πέρα!
Έλα βούτα, μη φοβάσαι!
Είμαι η μαμά σου, δε θυμάσαι;»
«Όχι καλή μου θαλασσίτσα
θα με κάνεις μια μπουκίτσα
Θα ‘θελα την αγκαλιά σου
μα θα λιώσω στα νερά σου!»
δίχως φίλους και αγάπη
έκατσε σε μια γωνιά
μακριά από σάλια και νερά
Τη θάλασσα έβλεπε όλη μέρα
που του ‘λεγε «Έλα εδώ πέρα!
Έλα βούτα, μη φοβάσαι!
Είμαι η μαμά σου, δε θυμάσαι;»
«Όχι καλή μου θαλασσίτσα
θα με κάνεις μια μπουκίτσα
Θα ‘θελα την αγκαλιά σου
μα θα λιώσω στα νερά σου!»
Όταν πάτησε στη γη
βρήκε μια χώρα μαγική!
Βουνά, δάση και λουλούδια
Κάμποι, ζώα και τραγούδια
Στον ήλιο άραζε όλη μέρα
φούσκωνε με φρέσκο αέρα
Δεν κρυβόταν όπως πρώτα
πέρναγε ζωή και κότα!
βρήκε μια χώρα μαγική!
Βουνά, δάση και λουλούδια
Κάμποι, ζώα και τραγούδια
Στον ήλιο άραζε όλη μέρα
φούσκωνε με φρέσκο αέρα
Δεν κρυβόταν όπως πρώτα
πέρναγε ζωή και κότα!
Μια φορά σ’ ένα βραχάκι
είδε ένα μικρό ανθρωπάκι.
Ήταν μια όμορφη μαυρούλα
που τη λέγαν Ζαχαρούλα.
Το Αλατάκι έπαθε πλάκα!
Την κοιτούσε σαν το βλάκα…
Κι από την πολύ ντροπή
έγινε από άσπρο, ροζουλί.
Τον είδε κι έβγαλε φτερά
τον ερωτεύτηκε τρελά!
Του ‘δωσε ένα φιλί
κι από τότε είναι μαζί.
Μα τι έρωτας! Τι αγάπη!
Όλο ζάχαρη κι αλάτι!
είδε ένα μικρό ανθρωπάκι.
Ήταν μια όμορφη μαυρούλα
που τη λέγαν Ζαχαρούλα.
Το Αλατάκι έπαθε πλάκα!
Την κοιτούσε σαν το βλάκα…
Κι από την πολύ ντροπή
έγινε από άσπρο, ροζουλί.
Τον είδε κι έβγαλε φτερά
τον ερωτεύτηκε τρελά!
Του ‘δωσε ένα φιλί
κι από τότε είναι μαζί.
Μα τι έρωτας! Τι αγάπη!
Όλο ζάχαρη κι αλάτι!
Όταν πια είχανε σχέση
τη βουτάει από τη μέση
«Έλα, μην αργείς γλυκιά μου
θα σε πάω στη μαμά μου»
«Στη μαμά σου; Μπα! Φοβάμαι…
Θα με θέλει όπως και να ‘μαι;»
«Είσαι κούκλα! Είσαι τρέλα!
Η πιο όμορφη κοπέλα!
Κι η μαμά μου η θαλασσίτσα
τ’ αγαπάει τα κορίτσια»
«Εντάξει καλό μου Αλατάκι
θα έκανα ένα μπανάκι»
τη βουτάει από τη μέση
«Έλα, μην αργείς γλυκιά μου
θα σε πάω στη μαμά μου»
«Στη μαμά σου; Μπα! Φοβάμαι…
Θα με θέλει όπως και να ‘μαι;»
«Είσαι κούκλα! Είσαι τρέλα!
Η πιο όμορφη κοπέλα!
Κι η μαμά μου η θαλασσίτσα
τ’ αγαπάει τα κορίτσια»
«Εντάξει καλό μου Αλατάκι
θα έκανα ένα μπανάκι»
Ήταν μια βραδιά όλο χάρη
Είχε ολόγιομο φεγγάρι
Στα νερά καθρεφτιζόταν
Σαν διάδρομος φαινόταν
«Εδώ πάνω θα πατάμε
κι όπου θέλουμε θα πάμε»
Κι έτσι βούτηξαν αγκαλιά
και χαθήκαν στα νερά…
Είχε ολόγιομο φεγγάρι
Στα νερά καθρεφτιζόταν
Σαν διάδρομος φαινόταν
«Εδώ πάνω θα πατάμε
κι όπου θέλουμε θα πάμε»
Κι έτσι βούτηξαν αγκαλιά
και χαθήκαν στα νερά…
Συγγραφέας: Μαρία Μποτέα - Σπουδάστρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου