Ήξερε για έναν ποιητή
Που έκρυβε συναισθήματα πίσω από λέξεις και νοήματα
Που έδινε ένα χρώμα σε κάθε όνομα
Που μετέτρεπε σε λόγια αυτά που κανείς δεν τολμούσε να πει
Το ήξερε, ήξερε πως υπήρχε κάπου στα σίγουρα
Δεν χρειαζόταν αποδείξεις και τεκμήρια
Όσο κι αν της έλεγαν να γίνει λογική
Άλλο τόσο επέμενε πως κάπου θα τον βρει
Έψαχνε αδιάκοπα για να τον βρει
Σε μέρη που ούτε καν τα είχε φανταστεί
Ανέβηκε ακούραστα το πιο ψηλό βουνό
Έπειτα κολύμπησε ως εκεί που σμίγει η θάλασσα με τον ουρανό
Την πίστη της δεν έχανε
Ό,τι μπορούσε κι ακόμα παραπάνω θα το έκανε
Τελικά τον βρήκε να περιπλανιέται μέσα στη μεγάλη πόλη
Εκεί όπου οι άνθρωποι έδιναν στα τσιμέντα πνοή και ονείρων μορφή
Ένιωθε ένα συναίσθημα και ευθύς το μετέτρεπε σε λόγο
Έπαιρνε πρώτα τα γράμματα και αφού τα έπλεκε δημιουργούσε λέξεις,ύστερα μεταξύ τους τις κεντούσε και έφτιαχνε στίχους
Δε θα μπορούσε να ήταν άλλος παρά αυτός
Ποιος άλλος θα μπορούσε να πετά τους στίχους τόσο σίγουρα,σχεδόν επιθετικά και να καταφέρνει με αυτούς στις ψυχές να μιλά;
Δεν το σκέφτηκε καθόλου
Στάθηκε αντίκρυ του και τον μιμήθηκε
Μετέτρεψε τα συναισθήματά της σε λόγο όπως έβλεπε να κάνει κι αυτός
Εκείνος δε σταμάτησε στιγμή-σχεδόν σαν να μην πρόσεξε ότι υπήρχε κι άλλος άνθρωπος εκεί
Εκείνο το κρύο κι εχθρικό βράδυ κατάφεραν να γράψουν το πιο όμορφο ποίημα του κόσμου
Η μορφή του αποδιατάχθηκε και εξαϋλώθηκε
Τους στίχους τους κατάπιε αχόρταγα και ανελέητα ένα χαοτικό κενό...
Συγγγραφέας: Σωτηρία Πέππα - Σπουδάστρια "Tabula Rasa"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου