Μήπως ήρθε η ώρα να γράψεις τη δική σου ιστορία;

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

"Κάτι γλυκό" της Ελένης Πέτσα


   Περνώντας μέσα από την πύλη του κάστρου ο Μάνος αισθάνθηκε ανάμικτα συναισθήματα. Δεν του ήταν εύκολο να επιστρέψει εκεί ξανά, στο μέρος που την πρωτογνώρισε. 

   Είχαν περάσει τόσα χρόνια, έπρεπε πλέον να το ξεπεράσει αν ήθελε να συνεχίσει την ζωή του, δίπλα στην Κατερίνα. Και η Κατερίνα έμοιαζε η ιδανική μετά την Χριστίνα. Φαινόταν ότι...
τον αγαπάει πραγματικά και ότι δεν θα τον πλήγωνε ποτέ, όπως το είχε κάνει εκείνη. Βέβαια το ίδιο πίστευε και τότε, μέχρι την στιγμή που το έσκασε με έναν φίλο του. Η Κατερίνα όμως είχε ήδη αποδείξει την αγάπη της, και αν κάποιος δεν ήταν όπως έπρεπε στην σχέση, ήταν αυτός. Η σκιά της Χριστίνας ήταν πάντα ανάμεσά τους. Έπρεπε να την ξεφορτωθεί. 

   Κάνοντας κάποια σταθερά και αργά βήματα πέρασε την είσοδο του παλιού εγκαταλελειμμένου πλέον κτιρίου. «Τελικά δεν ήταν τυχαίο που την γνώρισα εδώ. Και το κτίριο είχε την ίδια κατάληξη με την σχέση μας» σκέφτηκε. Ξαφνικά τα βήματά του σταμάτησαν μπροστά σ’ ένα παράθυρο. Μόνο που αυτό δεν ήταν οποιοδήποτε παράθυρο αλλά αυτό που είχαν δώσει το πρώτο τους φιλί. Πλησίασε το τζάμι και με τα χνώτα του, ζωγράφισε το όνομά της. Πήρε το χέρι του και το έσβησε αμέσως. 
«Εγώ πρέπει να σε σβήσω αυτή την φορά», είπε ενώ δάκρυα έτρεχαν από το πρόσωπό του. 

   Γι’ αυτό ήθελε να πάει μόνος. Δεν είχε κλάψει ποτέ μπροστά σε κανέναν. Το θεωρούσε αδυναμία. Έκανε να φύγει όταν ένιωσε μία ζεστή παλάμη στον ώμο του. Είχε παγώσει ολόκληρος. 
«Το ήξερα ότι θα σε έβρισκα εδώ», ακούστηκε να λέει μία γυναικεία φωνή.   
«Δεν μπορεί» σκέφτηκε, «Δεν μπορεί να είναι αυτή». 

   Γύρισε και τότε την είδε. Δεν είχε αλλάξει καθόλου, ακόμη και μετά από τόσα χρόνια παρέμεινε το ίδιο εκθαμβωτική.
«Πώς βρέθηκες εδώ;» είπε αμήχανα σκουπίζοντας βιαστικά τα δάκρυά του.
«Σχεδόν από τότε που χωρίσαμε ήρθα στην περιοχή και εγκαταστάθηκα», απάντησε.
«Δεν χωρίσαμε. Με χώρισες για να φύγεις με τον Χρήστο», είπε νευριασμένα.
«Δίκιο έχεις. Αλλά κατάλαβα αμέσως το λάθος μου. Ένα μήνα αφότου έφυγα, χωρίσαμε και με τον Χρήστο. Ήθελα να έρθω να σε βρω αλλά, έμαθα ότι έχεις σχέση και έτσι δίστασα».
«Και καλά έκανες», είπε κοφτά.
«Να υποθέσω ότι είσαι ακόμη μαζί της;» ρώτησε η Χριστίνα.
«Σωστά να υποθέσεις, και περνάω υπέροχα» συνέχισε εκείνος.
«Το ίδιο υπέροχα που περνούσαμε μαζί;», είπε και τον πλησίασε σε τόσο κοντινή απόσταση που θα μπορούσε να νιώσει την ζεστασιά της φωνής της.

   Ο Μάνος απομακρύνθηκε. Ήξερε ότι όσο έμενε κοντά της ήταν ευάλωτος. Εκείνη χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο τον πλησίασε και τον φίλησε απαλά στα χείλη του. Εκείνος έκανε πάλι πίσω.
«Σ’ ευχαριστώ», είπε ήρεμος αυτή την φορά.
«Μ’ ευχαριστείς;», παραξενεύτηκε η κοπέλα.
«Ήρθα εδώ για να κλείσω την ιστορία μας και εσύ δεν θα μπορούσες να δώσει καλύτερο φινάλε. Τουλάχιστον θα θυμάμαι κάτι γλυκό στην ιστορία μας», συνέχισε ο άντρας.
«Αν το θέλουμε και οι δύο μπορεί να είναι η αρχή ενός νέου ξεκινήματος», απάντησε η Χριστίνα.
«Δεν σκοπεύω να κάνω στην κοπέλα μου, αυτό που έκανες εσύ σ’ εμένα. Και ξέρεις κάτι; Αυτό το φιλί μ’ έκανε να καταλάβω το πόσο σημαντική είναι εκείνη για μένα. Γι’ αυτό σε ευχαριστώ ακόμη μια φορά», είπε ο Μάνος.

   Πλησίασε κοντά της και της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. Εκείνη έμεινε να τον κοιτάζει χωρίς να πει τίποτα. Ο Μάνος γύρισε ξανά και κοίταξε το παράθυρο. Εκεί έξω τον περίμενε μια γυναίκα που τον αγαπούσε πραγματικά και την αγαπούσε και ο ίδιος το ίδιο, και αυτή δεν ήταν η Χριστίνα. Έπρεπε να την δει για να το καταλάβει. Πήγε προς την πόρτα απελευθερωμένος από αυτήν. Ήταν έτοιμος να χωθεί στην αγκαλιά της Κατερίνας, όπως πραγματικά της άξιζε.

Συγγραφέας: Ελένη Πέτσα - φοιτήτρια Tabula Rasa 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου