Η Χιονάτη ζούσε στο κάστρο με τον
πρίγκιπα. Αυτός την θαύμαζε σαν θεά για την ομορφιά της. Της έκανε ένα δωμάτιο
όλο καθρέφτες ρούχα και αρώματα για να περιποιείται και να μένει πάντα τόσο
όμορφη. Η Χιονάτη ένιωθε ότι ο πρίγκιπας την βλέπει σαν ένα όμορφο πορτρέτο
στον τοίχο, στεναχωριόταν και έπληττε.
Μία μέρα ντύθηκε και πήγε στο δάσος να δει
τους φίλους της τους νάνους. Αυτοί χάρηκαν πολύ με την άφιξη της και οργάνωσαν
μια βόλτα πικ νικ σε ένα ξέφωτο του δάσους με πολύ όμορφους θάμνους με
βατόμουρα κι ωραία πολύχρωμα λουλούδια. Πέρασε καταπληκτικά και κουρασμένη από
το περπάτημα κοιμήθηκε στο σπίτι των νάνων.
Ο ντροπαλός νάνος την πρόσεχε ενώ κοιμόταν
και φοβόταν να της πει αυτά που σκεφτόταν. Ήθελε να της πει εδώ και καιρό ότι
είναι ερωτευμένος μαζί της, αλλά πίστευε πως ποτέ δεν θα τον πρόσεχε, γιατί ο
πρίγκιπας είναι πιο όμορφος και ψηλός. Της έδειξε πρώτα τον έρωτα του και την
παντρεύτηκε. Ο γκρινιάρης τον είδε να την κοιτάει κι άρχισε να του φωνάζει.
«Δε σε αντέχω άλλο ή πες της αυτά που νιώθεις
ή σταμάτα πια να τα σκέφτεσαι, έχει πάρει άλλο δρόμο τώρα, τελείωσε!»
Ξύπνησε η Χιονάτη από τις φωνές και ρώτησε
τι έγινε. Ο γκρινιάρης είπε:
«Για
πες τι γίνεται. Πες αυτά που σκέφτεσαι στη Χιονάτη.» κι αυτή γεμάτη έκπληξη και
απορία τον ρώτησε τι έγινε. Τελικά της είπε πόσο του άρεσε, όχι για την
εξωτερική της εμφάνιση, αλλά για τη γλυκύτητα της ψυχής της. Αυτή δεν ήξερε τι
να πει.
Γύρισε στο κάστρο και ο πρίγκιπας της ήταν
θυμωμένος, γιατί δεν του ζήτησε την άδεια για να φύγει κι έλλειπε τόσες ώρες.
Μάλωσαν και αυτή του είπε ότι δεν τον αντέχει και θέλει να φύγει. Ο πρίγκιπας
δεν περίμενε να ακούσει κάτι τέτοιο από το στόμα της, πίστεψε πως κάτι δεν του
είπε και πήγε στους νάνους να ρωτήσει τι κάνανε. Ο Ντροπαλός του τα είπε και αυτός
τον φυλάκισε.
Η Χιονάτη θυμωμένη έφυγε από το κάστρο και
πήγε στη μητριά της να της κάνει ένα ξόρκι που θα ασχημύνει για να δει αν θα τη
θέλει ακόμα ο πρίγκιπας. Άλλο που δεν ήθελε η μητριά την κάνει άσχημη και
ξαναρωτά τον καθρέφτη της ποια είναι η πιο όμορφη κι ο καθρέφτης της δείχνει το
πρόσωπό της Χιονάτης κι ας ήταν με μεγάλη μύτη πλέον και μικρά μάτια. Όμως για
κάποιο περίεργο λόγο δεν νευρίασε με τον καθρέφτη που έλεγε ασυναρτησίες, γιατί
ένιωθε καλά που η Χιονάτη ήταν δυστυχισμένη.
Όταν γύρισε σπίτι η Χιονάτη, την είδε ο
πρίγκιπας και απέστρεψε το πρόσωπο του που ήταν γεμάτο αηδία. Η Χιονάτη του
είπε ότι η μητριά της της έκανε ξόρκι που δεν μπορεί να το λυθεί με τίποτα. Αυτός
δε το πίστευε, έλεγε δε γίνεται πρέπει οπωσδήποτε να πάρει πίσω το πανέμορφο
πρόσωπο της, δε θα μπορούσε να κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι μαζί της έτσι. Τη
νύχτα θα ξυπνούσε, θα την έβλεπε και θα τρόμαζε. Η Χιονάτη κατάλαβε τότε πως
την ήθελε μόνο για την εξωτερική της εμφάνιση και του ζήτησε να αφήσει ελεύθερο
το νάνο αν θέλει να τα πάνε καλά . Ο πρίγκιπας τον άφησε γιατί δεν είχε φόβο
μην πλησιάσει ξανά τη Χιονάτη.
Ο Ντροπαλός γύρισε σπίτι και η Χιονάτη
έφυγε κρυφά τη νύχτα και πήγε στο σπιτάκι των νάνων. Αυτοί τρόμαξαν όταν την
είδαν και τη ρώτησαν τι έγινε. Η Χιονάτη έκανε το ίδιο τεστ και ανακάλυψε πως
νοιαζόντουσαν πραγματικά γι αυτήν κι όχι επειδή ήταν πεντάμορφη. Ήταν οι πιο
καλοί της φίλοι. Ο Ντροπαλός την κοιτούσε ενώ κοιμόταν τόσο γαλήνια και η Χιονάτη
άνοιξε τα μάτια της και τον είδε. Τότε ξαφνικά, τον φίλησε στα χείλη πεταχτά
και έγινε ξανά όπως πριν, πανέμορφη!
Παντρεύτηκε το νάνο και όλοι μαζί πήγαν να
μείνουν σε ένα άλλο βουνό να μην τους βρει ούτε η μητριά ούτε ο πρίγκιπας. Πιο
ευτυχισμένα δε θα μπορούσαν να ζήσουν. Οι άλλοι έξι νάνοι βρήκαν έξι νανάκια
γυναίκες και έζησαν όλοι χαρούμενοι. Ακόμα κι ο γκρινιάρης έγινε γλυκομίλητος.
Συγγραφέας: Ηρώ Μπέη - φοιτήτρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου