Η
Μυρτώ δούλευε σε μια πολυεθνική εταιρία στο Μαρούσι. Ο Στέφανος εργαζόταν στην
ίδια εταιρία αλλά σε διαφορετικό όροφο. Οι δυο τους είχε τύχει να συναντηθούν
στους διαδρόμους της εταιρίας και στο χώρο καπνιστών. Είχαν ανταλλάξει τυπικούς
χαιρετισμούς.
Ένα πρωινό βρέθηκαν να είναι, οι δυο τους, στο χώρο των καπνιστών. Η Μυρτώ έστελνε μηνύματα απ το κινητό της ενώ, έδειχνε φανερά εκνευρισμένη κι απρόσιτη. Ο Στέφανος ήταν διακριτικός και δεν την ενοχλούσε. Ένα τηλεφώνημα έκανε την Μυρτώ να αρχίσει να φωνάζει και παρά τις προσπάθειες της να συγκρατηθεί, ξέσπασε σε κλάματα. Αφού έκλεισε το τηλέφωνο, ο Στέφανος τη πλησίασε και της έδωσε χαρτομάντιλα να σκουπίσει τα δάκρυα της. Όταν την πλησίασε, η Μυρτώ του ζήτησε συγνώμη για τη συμπεριφορά της. Κοιτάζοντάς τον από τόσο κοντά, παρατήρησε το υπέροχο βλέμμα του. Απόρησε πως δεν το είχε προσέξει τόσο καιρό. Για μια στιγμή παρέμειναν σιωπηλοί κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο. Ο Στέφανος την ενθάρρυνε ότι όλα θα πάνε καλά στη ζωή της.
Η Μυρτώ όταν επέστρεψε στο γραφείο της
ένιωσε τη καρδιά της να καρδιοχτυπά. Παρόλο που είχε μόλις χωρίσει με το
Γρηγόρη, η παρουσία του Στέφανου ήταν αυτή που κυριαρχούσε στο μυαλό της…
Είχε
περάσει μια εβδομάδα που δεν τον είχε δει, ούτε στο χώρο όπου συνήθιζαν να
συναντιούνται, ούτε τυχαία στο διάδρομο. Ανησυχούσε κι απορούσε τι απέγινε. Δεν
είχε μάθει το επίθετο του για να μπορέσει να πάρει να ρωτήσει. Ένα πρωινό,
φτάνοντας στο γραφείο της, τη περίμενε μια ανθοδέσμη από γαρδένιες. Γεμάτη χαρά
από την έκπληξη, έψαχνε μήπως βρει κάποια κάρτα. Δεν υπήρχε τίποτα. Πέρασε από
το μυαλό της, ο Γρηγόρης. Εκείνος όμως, πάντα της έβαζε κάρτες. Απ την άλλη
είχαν, οριστικά, τελειώσει, οπότε απέκλειε να ήταν εκείνος. Τα έβαλε σε ένα
βάζο και τα παρατηρούσε. Την επόμενη μέρα, μια ανθοδέσμη υπήρχε πάλι εκεί. Αυτή
τη φορά ήταν μανόλιες. Ήταν το αγαπημένο της λουλούδι! Προσπαθούσε να καταλάβει
τι συνέβαινε αλλά δεν έβγαζε άκρη. Ο Στέφανος συνέχιζε να είναι εξαφανισμένος.
Όσο εκείνος έλειπε τόσο οι ελπίδες της γκρεμίζονταν. Τη τρίτη μέρα, τα
λουλούδια ήταν τριαντάφυλλα. Το χρώμα τους ήταν ένα υπέροχο λιλά. Η Μυρτώ είχε
ενθουσιαστεί με αυτό το κρυφό θαυμαστή. Όποιος και να ήταν είχε καταφέρει να
κάνει χαρούμενη τη μονότονη ζωή της. Έκανε μια προσπάθεια να ψάξει μήπως υπήρχε
κάποια κάρτα μέσα στο μπουκέτο.
Πράγματι, αυτή τη φορά υπήρχε φακελάκι. Το
άνοιξε και μέσα του ήταν μια κάρτα ενός εστιατορίου κι ένα σημείωμα όπου έλεγε «Θα
σε περιμένω σήμερα στις 22.00». Υπογραφή, όμως, δεν υπήρχε. Όταν μια συνάδελφος
παρατήρησε το «ανθοπωλείο» στο γραφείο της, άρχισε τα πειράγματα. Όταν η Μυρτώ
της εξήγησε τι της συνέβαινε, εκείνη την ενθάρρυνε να ψάξει στο διαδίκτυο, για
τη σημασιολογία των συγκεκριμένων λουλουδιών. Με τις διαφορετικές ανθοδέσμες,
προσπαθούσε να της περάσει κάποιο μήνυμα. Πράγματι, η Μυρτώ ψάχνοντας στο
ίντερνετ βρήκε ότι... Η γαρδένια σημαίνει «σ'
αγαπώ μυστικά», η μανόλια σημαίνει
ότι το άτομο στο οποίο απευθύνονται τα λουλούδια διακρίνεται από αξιοπρέπεια
και σπάνια ομορφιά και τα τριαντάφυλλα είναι σύμβολο αγάπης και πάθους. Όσο για
το λιλά-μωβ χρώμα τους σημαίνει αυθορμητισμό και αγάπη με την πρώτη ματιά.
Αυτή η πρόσκληση τριγυρνούσε στο μυαλό
της. Η μόνη λύση του μυστηρίου ήταν να πάει να δει ποιος είναι ο κρυφός
θαυμαστής. Αν ήταν κάποιος που δεν ήξερε, θα τον ευχαριστούσε για την πρόσκληση
και θα έφευγε…
Φτάνοντας στο εστιατόριο, η καρδιά της
σκίρτησε όταν είδε να την περιμένει ο Στέφανος. Αφού παρήγγειλαν, εκείνος της
εξήγησε ότι τον είχε στείλει η εταιρία στο εξωτερικό, για δέκα μέρες, για
δουλειά και γι αυτό απουσίαζε από το γραφείο. Της ομολόγησε ότι, από εκείνη τη
μέρα με το τηλεφώνημα, δεν μπορούσε να την βγάλει από το μυαλό του. Το βλέμμα
της τον είχε μαγνητίσει και τη σκεφτόταν συνέχεια. Το ίδιο του εξομολογήθηκε
και η Μυρτώ.
Από εκείνο το βράδυ, η Μυρτώ κι ο Στέφανος
είναι μαζί ερωτευμένοι κι ευτυχισμένοι...
Συγγραφέας: Μαριαλένα Νικολοβγένη - φοιτήτρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου