Μια πλατεία, λίγα σύμφωνα,
πολλές φωνές.
Ακαθόριστες, υστερικές, τραγικές.
Λαλιά καμία, ο πνεύμονας τέντωσε.
Τα μάτια ισοπέδωσαν την σχισμή, το τόξο λύγισε.
Πρόσωπα χαραγμένα, όψεις μονοφασικές,
θηρία υποταγμένα στην τρύπα του κενού,
στεγνή η αλήθεια
Ταυτότητες τσαλαπατημένες,
χάρτες σκισμένοι.
Υπόκωφα ένστικτα και αδαείς συνειδήσεις
γέρνουν την πλάστιγγα
Η ισορροπία τσακίζεται στο βάθρο
του πιστευτού.
Η βαριά πινελιά χάνεται, η τρέλα καψαλίζει το δέρμα
Το έγκαυμα δυσδιάκριτο, η μυρωδιά όμως νοτίζει τα σπάργανα.
Η επαφή σκληρή, χαράζει το βελούδο.
Ποτέ κανείς δεν ξέφυγε από πέτρα
που κυλάει.
Ποτέ το τώρα δεν γέμισε με κούφιες αντιρρήσεις.
Ποτέ η ψυχή δεν σήκωσε κεφάλι.
Ποτέ η στιγμή δεν βάφτισε τα παιδιά της.
Κατακερματισμένες ζωές, το τούνελ θόλωσε,
το καντήλι στράγγιξε
Μάταια παλεύεις.
Το ασσόδυο σε δίκασε ερήμην,
η μοίρα σε έπαιξε στα χαρτιά.
Ο άνεμος υποκλίνεται στο λήθαργο της οντότητας
Ποιος είναι τι δεν μαντεύει.
Κανείς δεν είναι εκεί, μα όλοι αχνοφέγγουν.
Με πνοές που δηλητηριάζουν το κύτταρο.
Πότε θα συλλογιστείς;
Το δευτερόλεπτο σφύριξε.
Ο κορμός βάρυνε.
Τα κυπαρίσσια κουκούλωσαν τον ουρανό.
Η σελίδα της ζωής σκίστηκε
Είσαι τελειωμένος.
Η πλατεία δεν θα σε χωνέψει.
Συγγραφέας: Εύη Μαραγκουδάκη - φοιτήτρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου