Ο
Μάριος ήταν επαγγελματίας συνοδός σκύλων. Ήταν αρκετά μοναχικός, κάποιες φορές
αυτό ήταν υπέρ του και κάποιες άλλες όχι. Κάθε πρωί κοιτούσε το παράθυρο του
απέναντι διαμερίσματος. Εκεί σχηματιζόταν μία γυναικεία μορφή. Η γυναίκα αυτή
είχε μπει πριν ένα μήνα στη ζωή του. Την κοιτούσε καθημερινά από το παράθυρο
του. Ήξερε την κάθε της κίνηση. Ήθελε να
κλείσει ένα ραντεβού μαζί της αλλά πάντα δίσταζε. Έτσι αποφάσισε να της
προτείνει να πηγαίνει αυτός βόλτα τον σκύλο της.
Δυο
μέρες πριν όμως τα πράγματα άλλαξαν. Ένας άντρας ήρθε να την επισκεφτεί. Όταν ο
Μάριος τους είδε να φιλιούνται...
αποφάσισε να την ξεχάσει. Οι μέρες περνούσαν. Μία μέρα καθώς ο Μάριος γυρνούσε από τη δουλειά του, πέρασε από το σπίτι της. Η πόρτα της είχε κολλημένο ένα ενοικιαστήριο. Η καρδιά του Μάριου άρχισε να βροντοχτυπά. Θα την έχανε. Έπρεπε να κάνει κάτι σύντομα.
αποφάσισε να την ξεχάσει. Οι μέρες περνούσαν. Μία μέρα καθώς ο Μάριος γυρνούσε από τη δουλειά του, πέρασε από το σπίτι της. Η πόρτα της είχε κολλημένο ένα ενοικιαστήριο. Η καρδιά του Μάριου άρχισε να βροντοχτυπά. Θα την έχανε. Έπρεπε να κάνει κάτι σύντομα.
Ο
Μάριος άρχισε πάλι να την παρακολουθεί. Αυτή τη φορά όμως τίποτα δεν ήταν όπως
πριν. Ο άντρας της τη χτυπούσε βίαια. Ο Μάριος χωρίς να χάσει καιρό έτρεξε στο απέναντι διαμέρισμα και χτύπησε το
κουδούνι τους. Άνοιξε ο άντρας της σκουπίζοντας τα αίματα από τα χέρια του.
Εκείνη ήταν κρυμμένη στην κουζίνα, ίσα που φαινόταν. Ο σκύλος γάβγιζε
ασταμάτητα.
Ο
Μάριος τους είπε πως είναι επαγγελματίας συνοδός σκύλων και ζει στο απέναντι
διαμέρισμα , προσφέρθηκε να εργαστεί γι αυτούς. Ο άντρας πήγε να του κλείσει
την πόρτα, αλλά ο Μάριος την κράτησε ανοιχτή. Μπήκε μέσα, εκεί φάνηκε η γυναίκα
που τόσο ήθελε. Ήταν πιο όμορφη από κοντά. Έκανε ένα βήμα προς το μέρος της
έτοιμος να την αγκαλιάσει αλλά δίστασε. Τη ρώτησε ευγενικά αν είχε ανοίξει η μύτη της. Εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. O Μάριος άπλωσε το χέρι του και της
συστήθηκε. Η αφή της τον έκανε να ανατριχιάσει. Το όνομα της ήταν Αρετή. Την
ρώτησε ευγενικά αν ήθελε να βγάζει εκείνος βόλτα τον σκύλο της. Ο άντρας της,
της έκανε νόημα να τον διώξει. Εκείνη φοβισμένη αρνήθηκε την πρόταση του. Ο
Μάριος ανήμπορος να κάνει κάτι έφυγε.
Την
επόμενη μέρα άρχισε να παρακολουθεί τον άντρα της. Για μερικές μέρες, τίποτα
δεν φαινόταν ύποπτο. Ώσπου τον βρήκε σε μια καφετέρια με άλλη γυναίκα. Τράβηξε
μερικές φωτογραφίες με τις τρυφερές τους στιγμές. Τις εμφάνισε την ίδια μέρα,
πήγε στο σπίτι της Αρετής και τις άφησε
κάτω από την πόρτα της. Την ίδια στιγμή εκείνη άνοιξε την πόρτα και τον
είδε. Θυμήθηκε την ταυτότητα του. Έσκυψε και πήρε τις φωτογραφίες. Η Αρετή τον κοίταξε
με μάτια δακρυσμένα. Ο Μάριος προσπάθησε να της εξηγήσει… Της είπε πως ήξερε
πως τη χτυπούσε ο άντρας της και πλέον δεν άξιζε να τα υπομένει όλα αυτά.
Εκείνη πήρε τις φωτογραφίες και του είπε να μην την ξαναενοχλήσει.
Το
ίδιο βράδυ ο Μάριος πήγε σε ένα μπαρ. Άρχισε να πίνει και να πίνει, ώσπου μέθυσε. Η Αρετή δε θα γινόταν ποτέ
δική του. Όταν γύρισε σπίτι ξάπλωσε στον καναπέ και δεν άργησε να αποκοιμηθεί.
Μετά από λίγο ξύπνησε από φωνές. Πετάχτηκε όρθιος. Ερχόντουσαν από το απέναντι
διαμέρισμα. Πήγε στο παράθυρο. Είδε την Αρετή πεσμένη στον πάγκο της κουζίνας.
Ο Μάριος βγήκε γρήγορα από το διαμέρισμα του και έτρεξε στην απέναντι
μονοκατοικία. Άρχισε να χτυπάει την πόρτα δυνατά. Άκουγε φωνές, κανείς όμως δεν
του άνοιγε. Έψαξε κάτω από το χαλάκι, υπήρχε ένα εφεδρικό κλειδί. Μπήκε μέσα. Εκεί
βρήκε τον άντρας της Αρετής να τη χτυπά χωρίς έλεος. Ο Μάριος τον απομάκρυνε
από εκείνη και έτρεξε στο πλευρό της. Εκείνος άρπαξε ένα μαχαίρι και του το κάρφωσε πισώπλατα.
Ο
Μάριος οδηγήθηκε αμέσως στο νοσοκομείο. Η Αρετή βρισκόταν στην αίθουσα αναμονής.
Τα λεπτά περνούσαν βασανιστικά. Ο γιατρός την πλησίασε, της είπε πως ο Μάριος
δεν κατάφερε να επιβιώσει από το χτύπημα… Η Αρετή μπήκε στο δωμάτιο όπου άφησε
την τελευταία του πνοή. Τον ευχαρίστησε. Ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει.
Είχε δώσει τη ζωή του για την γυναίκα που αγαπούσε. Ο άντρας της Αρετής μπήκε
στη φυλακή για ανθρωποκτονία. Δεν
κατάφερε να νοικιάσει το σπίτι της, αλλά δεν την ενδιέφερε, έφυγε μακριά χωρίς
να κοιτάξει ξανά πίσω. Πλέον ήταν ελεύθερη να φύγει μακριά από το παρελθόν της.
Συγγραφέας: Γεωργία Μαρίνου - φοιτήτρια Tabula Rasa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου